ΑΠΟ ΤΗ ΡΟΥΓΑ ΚΑΙ ΤΗ ΓΕΡΟΝΤΙΚΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΤΑ «ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ» ΔΙΚΤΥΑ

 

Η ρούγα και η γεροντική ήσαν μέχρι πρόσφατα δύο θεσμοί που κυριαρχούσαν σε κάθε τοπική κοινωνία της Μάνης. Η κυριαρχία τους προέκυπτε από την ίδια τη σύστασή τους και τον τρόπο λειτουργίας τους. Στις ρούγες αναλύονταν όλα τα στοιχεία της καθημερινότητας που αφορούσαν μέλη της κοινότητας και όχι μόνο, διατυπώνονταν γνώμες, εγείρονταν αντιρρήσεις αλλά τελικά, στις περισσότερες περιπτώσεις, προέκυπτε συμφωνία μετά από τη σύνθεση των απόψεων. Στη γεροντική συζητιούνταν οι σοβαρότερες υποθέσεις που αφορούσαν τη γενικότερη ισορροπία της κοινότητας. Με την εκπροσώπηση όλων των τοπικών οικογενειών, κυρίως με τους γεροντότερους, η γεροντική σε κάθε χωριό αποτελούσε μια μορφή κυβέρνησής του στα πλαίσια του αυτοδιοίκητου της Μάνης. Και σ` αυτή τη θεσμική έκφραση οι αποφάσεις παίρνονταν με σύνθεση των απόψεων, αλλά είχαν ταυτόχρονα και εκτελεστικό χαρακτήρα. Οι δύο αυτοί θεσμοί κράτησαν την ισχύ τους για αιώνες γιατί λειτουργούσαν με ολοκληρωμένο τρόπο: διατύπωση απόψεων – αντιρρήσεις – ευρεία συζήτηση – συνθετική απόφαση.

Η μετανάστευση και η τεχνολογία αποτέλεσαν τις αιτίες που αποδυνάμωναν σταδιακά και στο τέλος ματαίωσαν τη λειτουργία των δύο αυτών θεσμών. Η μετανάστευση μείωνε σταδιακά την κρίσιμη μάζα των ατόμων που συμμετείχαν στην κάθε ρούγα του χωριού, με αποτέλεσμα οι συνθέσεις να γίνονται ολοένα και πιο ελλειπτικές. Οι νέες τεχνολογίες , ραδιόφωνο στην αρχή και  τηλεόραση στη συνέχεια, μετακίνησαν τους ανθρώπους από τις ρούγες στα καφενεία αρχικά και στα σπίτια τους στη συνέχεια. Η γεροντική υποκαθίστατο  σταδιακά από γενιά σε γενιά από τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς και τα δικαστήρια του νεοελληνικού κράτους και σύντομα αποτέλεσε παρελθοντικό θεσμό. Παρ` όλα αυτά διάσπαρτα στοιχεία από τους δύο αυτούς ιστορικούς θεσμούς και τις λειτουργίες τους εμφανίζονταν, και σε νεότερους χρόνους σποραδικά, στις κοινωνικές σχέσεις των οικισμών της Μάνης.

Η χαριστική βολή ήλθε μόλις πριν από λίγες δεκαετίες. Το Διαδίκτυο (ιντερνέτ)  εμφανίστηκε ως το εργαλείο της απόλυτης πολυπληροφόρησης, όχι μόνο για τα τρέχοντα αλλά και για τα παρελθόντα. Οι εξειδικευμένες μορφές του, τα κοινωνικά δίκτυα, με πρωταρχικό το Φέισμπουκ, ήλθαν με τη σειρά τους να επιχειρήσουν για να διαμορφώσουν πολυεπικοινωνίες μεταξύ των χειριστών τους. Εκεί βρισκόμαστε τώρα: στη φάση οικοδόμησης πολεπικοινωνιών μέσω των νέων τεχνολογιών. Φαίνεται, όμως, ότι λείπουν πολλά και καθοριστικά στοιχεία για να προκύψει ολοκληρωμένο αποτέλεσμα, όπως συνέβαινε στα παλιά κοινωνικά δίκτυα, τις ρούγες και τη γεροντική. Έχομε τη γνώμη ότι αυτά που λείπουν δεν μπορούν να καλυφθούν με τεχνολογικό τρόπο και γι` αυτό δεν είναι δυνατό να προκύψει ολοκληρωμένο αποτέλεσμα.

Στα σύγχρονα κοινωνικά δίκτυα λείπει αρχικά η αμεσότητα επικοινωνίας των ατόμων που προσδιορίζεται με τη φυσική και επιτόπια παρουσία τους. Αυτή η έλλειψη οδηγεί στην επόμενη που είναι η συζήτηση με ήχο και κίνηση αποτυπωμένη στη φυσική ατμόσφαιρα του τόπου που εξελίσσονται οι κοινωνικές επαφές. Οι τεχνολογίες μπορεί να φθάσουν μόνο μέχρι μιας μορφής υποκατάσταση αυτών των χαρακτηριστικών. Η υποκατάσταση, όμως, απέχει πολύ από τη δραστικότητα και αποτελεσματικότητα του φυσικού που επιχειρεί να αποκαταστήσει. Θα προκύψουν ασφαλώς στο μέλλον και άλλες τεχνικές βελτιώσεις που θα επιχειρήσουν να πλησιάσουν το φυσικό πρωτότυπο της επικοινωνίας. Η γνώμη μας είναι ότι είναι αδύνατο να το πετύχουν ολοκληρωτικά.

Οι διαφορές που προαναφέρθηκαν, ανάμεσα στα παλιά κοινωνικά δίκτυα και τα σύγχρονα, αφήνουν βαθιά αποτυπώματα στην ανθρώπινη κοινωνία του σήμερα. Συμβάλλουν στον ατομικό απομονωτισμό, στη μείωση της διάθεσης για κοινές δράσεις, στην υποκατάσταση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της ζωής με ποσοτικά. Διαμορφώνουν,  τελικά, τάσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε αποδυνάμωση των θεσμικών εκφράσεων που έχουν προκύψει μετά από μακροχρόνιες και επώδυνες διαδικασίες. Αυτή αποδυνάμωση ξεκινά από το κατώτερο κοινωνικό θεσμό την οικογένεια και διαπερνά όλους τους υπέρτερους: τα κοινά συμφέροντα της ομάδας που εκφράζονται από την τοπική κοινότητα, τα κοινά συμφέροντα των πολιτών με κοινές εθνικές καταβολές και καταβολές καταγωγής και τελικά τα κοινά συμφέροντα των μελών των διακρατικών ενώσεων.

Δυστυχώς οι τάσεις αυτές εμφανίζονται και στην κοιτίδα των πατροπαράδοτων κοινωνικών δικτύων: τη Μάνη. Τη χαλαρότητα των θεσμικών εκφράσεων τη διαπιστώνουμε εύκολα λόγω του μικρού μεγέθους της περιοχής μας που παρέχει εγγυημένες δυνατότητες παρατήρησης. Ασφαλώς δεν αποτελούν μοναδική αιτία όσα προαναφέρθηκαν. Όμως, εδώ στον τόπο μας, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος λόγω της αραιότητας των κατοικήσεων. Σ` αυτές τις περιπτώσεις αποτελεσματική αντιμετώπιση μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από ισχυρές διαθέσεις για κοινωνικές συσπειρώσεις. Οι πρόγονοί μας τις εξεύρισκαν, όταν ήταν αναγκαίο, εμείς θα τις εφεύρομε και θα τις οικοδομήσομε;