ΜΑΝΙΑΤΑΙ ΕΘΕΛΟΝΤΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1914

Μετά την λήξιν των Βαλκανικών πολέμων καί την ήτταν τής Τουρκίας

αί εξ Μεγάλαι Δυνάμεις (‘Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αυστροουγγαρία, ‘Ιταλία

και Γερμανία) άνέλαβον να ρυθμίσουν την δημιουργηθεϊσαν κατάστασιν

εις τα Βαλκάνια. Δι’ επίμονων ενεργειών της ‘Ιταλίας και της Αυστρίας

δημιουργείται δια του Πρωτοκόλλου της 29 ‘Ιουλίου 1913 το άνύπαρκτον

Άλβανικόν κράτος, το όποιον εκάστη των δύο τούτων Δυνάμεων έθεώρει

ώς μέσον της εξαπλώσεως της ιδικής της επιρροής εις την Βαλκανικήν.

Δια να αποδυναμώσουν την νικήτριαν Ελλάδα δια του Πρωτοκόλλου τής

Φλωρεντίας της 17 Δεκεμβρίου 1913 προσήρτισαν εις τό νότιον μέρος αύτοΰ

την περιοχήν τής Βορείου Ηπείρου. “Εκτοτε έχομεν και τον όρον αυτόν.

Ό λαός όμως τής Β. ‘Ηπείρου δέν ήνέχθη την άνήθικον καί άδικον

αυτήν ένέργειαν των Δυνάμεων, ή οποία ήτο περιφρόνησις πάσης ηθικής

και κανόνων του Διεθνούς δικαίου καί των αδιαφιλονίκητων ιστορικών δεδομένων.

Δια τοϋτο συγκροτείται υπό του Γεωργίου Χρηστάκη Ζωγράφου Κυβέρνησις τής Αυτονόμου Β. Ηπείρου, ή οποία τήν 17 Φεβρουαρίου 1914

εκήρυξεν εις το Άργυρόκαστρον τήν αύτονομίαν τής περιοχής καί δια προκηρύξεως έκάλει τον ‘Ηπειρωτικόν λαόν εις τον υπέρ πάντων αγώνα.

Ή προκήρυξις όμως αϋτη ήτο συγχρόνως καί Προσκλητήριον τών Πανελλήνων, τους οποίους συνεκλόνισε βαθύτατα. Ή το άνάλογον προς τό Προσκλητήριον του Παύλου Μελά τό 1904 δια τον αγώνα υπέρ τής σωτηρίας τής

Μακεδονίας.

‘Επί πλέον, τήν 13 Φεβρουαρίου 1914 ήξίωσαν τελεσιγραφικώς άπό τήν

Ελλάδα νά άποσύρη τα στρατεύματα της από τήν Βόρειον Ήπειρον με τήν

δήλωσιν δτι εκ: τής αποδοχής υπό τής Ελλάδος τών συνόρων τούτων τής

‘Αλβανίας έξηρτατο ή παραχώρησις εις τήν Ελλάδα τών νήσων του ‘Ανατολικού Αιγαίου. Ή Ελληνική Κυβέρνησις, μη έχουσα τήν δύναμιν νά άντιστή εις τήν άπόφασιν αυτήν, όχι μόνον εδέχθη τοΰτο, άλλα καί ύπεχρεώθη

να δηλώση δτι δέν θα υποστήριξη ούδεμίαν πολεμικήν κίνησιν τών Βορειοηπειρωτών, ουδέ θα παράσχη άλλην βοήθειαν.

Τους αγωνιζόμενους όμως Βορειοηπειρώτας έσπευσαν να βοηθήσουν

και να αγωνισθούν μαζί των άριστεΐς Έλληνες αξιωματικοί και σημαντικά

στελέχη του Μακεδόνικου αγώνος και των Βαλκανικών πολέμων, άλλοι με

Σώματα εθελοντών ώργανωμένα και άλλοι δια να πλαισιώσουν τα εθελοντικά

Σώματα εκ πολιτών εξ ολοκλήρου τοϋ Ελληνικού χώρου και να τα οδηγήσουν εις τήν νίκην. Λιποτακτούν αξιωματικοί και όπλΐται από τον τακτικον

στρατόν και παραβαίνουν οϋτω τον στρατιωτικόν όρκον των και τάς διαταγάς της Κυβερνήσεως και του Βασιλέως, όχι δια να αποφύγουν τήν μάχην,

άλλα δια να κινδυνεύσουν αγωνιζόμενοι δια τήν έλευθερίαν της Β. Ηπείρου.

Μετά τους Βορειοηπειρώτας εις τήν πρώτην θέσιν κατατάσσονται

Κρήτες και Μανιάται, οί όποιοι μετέβησαν και ήγωνίσθησαν ώς συγκεκροτημένα Σώματα, και δια τους οποίους ό Βορειοηπειρωτικός άγων άπετέλει

τήν συνέχειαν τοϋ Μακεδόνικου. ‘Ακολουθούν οι Αίτωλοακαρνανες άλλα

καί πολλοί άλλοι έξ όλων των περιοχών της Ελλάδος, οί όποιοι θα πολεμήσουν σκληρώς κατά τών Μουσουλμάνων ‘Αλβανών διοικούμενων υπό

Όλλανδών, ‘Ιταλών και Αυστριακών αξιωματικών.

Ειδικόν κεφάλαιον της ιστορίας της Μάνης αποτελούν οί εθελοντικοί

αγώνες τών τέκνων της προς βοήθειαν ομοεθνών διαφόρων περιοχών της

Ελλάδος δια τήν άπόκτησιν της ελευθερίας των. Οϋτω, έθελοντικώς ήγωνίσθησαν ώς ώργανωμένα πολεμικά Σώματα υπό Μανιάτας αρχηγούς εις τήν

Κρήτην τό 1841, 1869, 1897, εις τήν Θεσσαλίαν τό 1854, εις τήν Μακεδονίαν τό 1897 καί τό 1904 ­ 1908.

Δεν εμεινεν όμως εξω της κονίστρας τοϋ “Αρεως ή “Ηπειρος. Τήν πρώτην έθελοντικήν παρουσίαν εκεί Μανιατών εχομεν τήν 12 Φεβρουαρίου

1878, δτε ειδικόν Σώμα έξ 20 Μανιατών υπό τον Π. Καλκανδήν καί Θ.

Γρηγοράκην, απάντων έκ Γυθείου, ελαβεν ενεργόν μέρος μετ’ άλλων

Ελλήνων, εις έπιχειρηθεΐσαν έκ Κερκύρας άπόβασιν εις τήν έπί της απέναντι

Ηπειρωτικής παραλίας θέσιν Μπερτενέσι καί κατάληψιν τοΰ χωρίου της

Β. Ηπείρου Λυκούρσι, όπου έπί τών επάλξεων του εκεί μικρού φρουρίου

ύψωσαν τήν Έλληνικήν σημαίαν καί εν συνεχεία, ώς εμπροσθοφυλακή τοϋ

άποβατικοΰ τμήματος, κατόπιν διώρου σκληράς μάχης μετά 250 Τουρκαλβανών κατέλαβον τό χωρίον Καραλήμπεη, άναγκάσαντες αυτούς να υποχωρήσουν ατάκτως. Ή έλλειψις όμως πυροβόλων, ή μή έγκαιρος άφιξις

ενισχύσεων καί ή έπέμβασις μεγάλης Τουρκικής δυνάμεως έκ Πρεβέζης

καί ‘Ιωαννίνων έσφράγισε με σοβαράς άπωλείας τών Ελλήνων τό τέλος

της άτυχους εκείνης άποβάσεως καί ήνάγκασε τους διασωθέντας να επιστρέψουν εις Κέρκυραν.

Ή δευτέρα συμμετοχή γίνεται εις τον αγώνα της Βορείου ‘Ηπείρου

το 1914. Το Προσκλητήριον του Γεωργίου Χρηστάκη Ζωγράφου ήχησεν ώς

μελωδία Σειρήνων εις τα ώτα τών Μανιατών εθελοντών αξιωματικών και

οπλιτών, τών άγωνισθέντων είς Μακεδονικόν αγώνα του 1904­ 1908 και τών

μαχητών τών Βαλκανικών πολέμων και έσπευσαν είς βοήθειαν τών επαναστάτησάντων ‘Ηπειρωτών.

Οί επιζήσαντες Μακεδονομάχοι αξιωματικοί, έμπειροι του πολέμου,

οί περισσότεροι εις πολεμικήν διαθεσιμότητα ένεκα τών πολλαπλών τραυμάτων των, δεν αισθάνονται ήσυχοι και ξένοι του δράματος του Ηπειρωτικού

λάου, του οποίου τήν αύλαίαν ήνοιξεν ή πανούργος και ανέντιμος συμπεριφορά τών ισχυρών της γης, τών ενεργούντων δήθεν επί τη βάσει του δικαίου

και της ηθικής.

Οί αξιωματικοί ούτοι κινούνται δράστηρίως, προσκαλούν τους συμπολεμιστάς των, οργανώνονται κρυφίως, διότι τό έπίσημον κράτος, διατελούν

υπό τήν δέσμευσιν τών ύπεσχημένων του είς τάς Μεγάλας Δυνάμεις, δεν

επιτρέπει τήν φανεράν όργάνωσιν και άποστολήν βοηθείας προς τους αγωνιζόμενους Ήπειρώτας.

Άλλα και όσοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί ευρίσκονται εν υπηρεσία είς τάς τάξεις του τακτικού στρατού, φλεγόμενοι υπό της επιθυμίας να

μετάσχουν του απελευθερωτικού τών ‘Ηπειρωτών αγώνος, δεν διστάζουν

να φανοϋν επίορκοι καί να σπεύσουν εις τήν Ήπειρον, συμπαρασύροντες

μερικοί τούτων και τάς υπ’ αυτούς στρατιωτικάς μονάδας. Θυελλώδης τότε

άνεμος πατριωτισμού σαρώνει πάντα δισταγμόν καί πάσαν έπιφύλαξιν προς

παροχήν ενισχύσεων.

Ή συμμετοχή των ώς οργανωτών τών εθελοντικών Σωμάτων καί τών

σχεδίων επιχειρήσεων, αλλά καί ώς αρχηγών, αγωνιζομένων ήρωϊκώς είς

τήν πρώτην γραμμήν παρά τό πλευρόν τών στρατιωτών εναντίον σκληροτράχηλων ‘Αλβανών, εΐχεν εύνοϊκώτατα αποτελέσματα είς τήν έξέλιξιν τών

πολεμικών επιχειρήσεων.

Δεν είναι όμως δυνατόν είς τον μικρόν χρόνον μιας ανακοινώσεως να

έκθέσωμεν τήν δρδσιν καί τήν συμβολήν τών εθελοντικών Σωμάτων τών

Μανιατών, τον ήρωϊσμόν τών αξιωματικών των, άλλα καί τους αγώνας μεμονωμένων Μανιατών, υπηρετούντων εις μονάδας συγκεκροτημένας εξ εθελοντών από αλλάς περιοχάς της Ελλάδος. Θα άναφερθώμεν δι’ ολίγων εις

μερικούς εξ αυτών καί θα έπισημάνωμεν τους αγώνας των, οί όποιοι είναι

παραδείγματα φιλοπατρίας καί ηρωισμού σπανίως συναντώμενα.

Σύρει τον χορόν τών εθελοντών ή μεγάλη μορφή του Μακεδόνικου

αγώνος, ό ήρως της λίμνης τών Γιαννιτσών, ό λοχαγός καπετάν Παναγιώτης ΠαΛατζανετέας εκ Καρδαμύλης, περί του οποίου ο στρατηγός Εξαδάκτυλος επιγραμματικώς εγραψεν ότι «επέδειξε γενναιότητα μέχρις άναι­γραψεν ότι «επέδειξε γενναιότητα μέχρις άναισθησίας». Ώ ς υπαρχηγός ύπο τον Σπυρομήλιον εις τήν Χιμάραν, διευθύνων το άριστερον της παρατάξεως, έτραυματίσθη, άλλα κατέλαβε το χωρίον Καλαρίτι τήν 1 Ιουλίου 1914. Περί αύτοΰ ô Σπυρομήλιος λακωνικώς απεφάνθη: «ή Λατρις δεν θα δννηθή ποτέ να άνταμείψη τον Παπατζανετέαν».

Λοχαγός του πυροβολικού ò ‘Αλέξανδρος Μ αν ρ ο ε ι δ ή ς εκ

Γυθείου τήν 5ην Μαρτίου 1914, παραλαβών τήν ταχυβόλον πυροβολαρχίαν

του και αδιαφορών δια τάς διαταγάς της Κυβερνήσεως, προσεχώρησεν εις

τον ‘Αγώνα. Το γεγονός τοϋτο, ή ομαδική λιποταξία ολοκλήρου πυροβολαρχίας με 4 ταχυβόλα συνετάραξε τήν Κυβέρνησιν, ήτις εδωκεν αμέσως

διαταγήν εις τον διοικητήν της 8ης μεραρχίας Ματθαιόπουλον να συλλαβή

τον λοχαγον και τους αξιωματικούς και να παραλαβή τα πυροβόλα. Ή πραγματοποίησις όμως της διαταγής δεν ήτο εύκολος. Οί προσχωρήσαντες εις

τον αύτονομιακόν αγώνα αξιωματικοί ήσαν αποφασισμένοι όπως πάση θυσία μή παραδώσουν τίποτε. Ό Ματθαιόπουλος έπληροφορήθη τοϋτο και το

κατέστησε γνωστόν είς τους ανωτέρους του και τήν Κυβέρνησιν, ή οποία,

κατόπιν νεωτέρων και σωφρονεστέρων σκέψεων, έδωκε διαταγήν να άποφευχθή ή απειλούμενη από στιγμής είς στιγμήν αιματοχυσία. Κατ’ αυτόν

τον τρόπον ή Πρεμετή αποβαίνει σημαντικον στρατιωτικον κέντρον της

Αυτονόμου Πολιτείας. Όργανοϋνται αί τακτικαί και έθελοντικαί δυνάμεις

του στρατού και γίνεται ή αναγκαία εκ τών περιστάσεων κατανομή.

Ό υπουργός τών Στρατιωτικών της Αυτονόμου Ηπείρου Δ. Δούλης

προήγαγε τον Μαυρουδήν εις άντισυνταγματάρχην και διώρισεν αυτόν πολιτικόν και στρατιωτικόν διοικητήν Πρεμετής δια του κατωτέρω διατάγματος:

Αυτόνομος “Ηπειρος

‘Αριθμ. Πρωτ. 672

Έν Αργυρόκαστρο) 11 ‘Ιουνίου 1914

Το Ύπουργεΐον Στρατιωτικών

Προς τήν Στρατιωτικών Διοίκηαιν Πρεμετής

Διορίζομεν στρατιωτικόν Διοικητήν τον τομέως Πρεμετής και προσωρινώς πολιτικον τοιούτον τον άντισυνταγματάρχην τον Πυροβολικού Μανροειδήν

Άλέξανδρον. Ό είρημένος δύναται να μεταθετή, παύη, ή αντικαθιστά αΛαντας

τους οπλαρχηγούς τον τομέως τούτον, δύναται να μεταθετή εκ τον ένας τμήματος εις το άλλο καΐ απαντάς τους αξιωματικούς τον ούτινος προΐσταται

τομέως, ενεργεί δε και τον διαχειριστικον ελεγχον εν γένει τών Σωμάτων.

“Ο “Υπονργος τών Στρατιωτικών

Δ. Δούλης

Ή συμμετοχή του Μαυροειδή εις τον άγωνα και ή στρατιωτική του

συγκρότησις ηΰξησε το θάρρος των αγωνιζομένων, διότι κατέλαβε τήν

ισχυρώς υπό Τουρκαλβανών ύπερασπιζομένην Κλεισούραν και ήλλαξεν επί

το εύνοϊκώτερον τήν πορείαν τών επιχειρήσεων. Δια τήν σημαντικήν αυτήν

νίκην έγράφη: «Η κατά τής Κλεισούρας επιχείρησις αναμφισβητήτως κατέχει μίαν ano τάς περίλαμπρους σελίδας τον Ηπειρώτικου αγώνος’ δια μίαν

ετι φοράν κατεδείχθη ή μεγαλουργός δράσις τον ταγματάρχου Μαυροειδή, τον

υπέροχου αύτοϋ τέκνου της Μάνης, ούτινος ή παροιμιώδης άφιλοκέρδεια, αυτοθυσία, γενναιότης κάί διοικητική ικανότης, εχονσιν αποσπάσει όχι μόνον την

αμέριστον εκτίμησιν της Αυτονόμου Κυβερνήσεως, αλλά καί τον γενικον

θανμασμόν».

Ή Εθνική “Αμυνα Πρεμετής, ευγνωμονούσα προς τον διοικητήν και

άρχηγον των Αύτονομιακών στρατευμάτων Πρεμετής ταγματάρχην Άλ.

Μαυροειδήν τήν έπομένην της καταλήψεως της Κλεισούρας, απέστειλε

προς αυτόν το κάτωθι εγγραφον, το όποιον αποτελεί τον μεγαλύτερον

τίτλον καί τήν πλέον χρυσήν περγαμηνήν της τετιμημένης δράσεως του :

‘Εν Πρεμετή τη 26 ‘Ιουνίου 1914

‘Επιτροπή ‘Εθνικής ‘Αμύνης

Προς τον ταγματάρχην κ. Άλ. Μαυροειδήν

Στρατιωτικον και πολιτικον διοικητήν Πρεμετής

εις Κλεισούραν.

‘Eπi τη καταλήψει Κλεισούρας καί περιφερείας Δισνίτσης και τη ενδόξφ

προελάσει τών νφ’ υμάς ηρωικών στρατευμάτων κατά διπλασίας εχθρικής

δυνάμεως, ην ετρέψατε εις άτακτον φνγήν δια τής δυνάμεως τοϋ Θεοϋ, ή ‘Επιτροπή τής ‘Εθνικής ‘Αμύνης μετά τής πόλεως και επαρχίας υποβάλλουν θερμά συγχαρητήρια μετά τής ευχής δπως ή ένδοξος αυτή προέλασις ημετέρων

στρατευμάτων φέρει το π^οθούμενον αποτέλεσμα τής τελείας αύτονομοποιήσεως

τοϋ τόπου μας.

Διατελοϋμεν επί τούτοις μετ’ εξαίρετου προς υμάς ύπολήψεως και αγάπης

Ό Πρόεδρος f Οικονόμος Σπ. Δημητριάδης, ο Γραμματεύς ‘Αδάμ Παρθενίου.

Τα Μέλη : Κώτσιος Μπίμπης, Κυρ. Παπαδόπουλος, Π. ‘Αδαμίδης, Δημ. Γύκας

Μτίρεζιανίτης, Μηνάς ‘Αλεξίου.

Άλλα καί το Δημοτικόν Συμβούλιον Πρεμετής άπέστειλεν άργότερον

προς τον Μαυροειδήν το εξής τηλεγράφημα:

‘Εκ Πρεμετής 13­7­15

Ταγματάρχην Άλέξανδρον Μαυροειδήν Σέρρας.

Δημοτικον Συμβούλων Πρεμετής, άναγνωρίζον υμάς πρωτεργάτην και δημιονργον δόξης και μεγαλείου Πρεμετής, άνεκήρυξεν υμάς εις ενδειξιν ευγνωμοσύνης δημότην Πρεμετής και ονομάζει φερώνυμον όδόν, μίαν κεντρικωτέραν όδόν εις διαιώνισιν ενδόξου υμών ονόματος.

Ό Δήμαρχος Έμίν. Το Δημοτικον Συμβούλιον: Β. Σωτηριάδης, Θ.

Μιχαηλίδης, Κ. Παπαδόπουλος, Μουφτής Σουλεϊμάν, Ρεσος Μομτεζά.

Τον Μαυροειδήν διέκρινε γενναιότης, στρατιωτική κατάρτισις, διοικητική ικανότης και άφιλοκέρδεια, άφοΰ έφθασεν εις το σημεΐον να άρνηθή*

να παραλαβή τον μισθόν του, έκχωρών αυτόν δια τας άνάγκας του αγώνος.

Έγραφεν εις άναφοράν του προς τον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως της

Αυτονόμου ‘Ηπείρου κ. Γ. Χρ. Ζωγράφον :

«. . .’Ο μισθός μου μέχρι πέρατος τοϋ ίεροϋ αγώνος παρακαλώ να διατεθη ύπερ τών αναγκών τοϋ αγώνος. Και καταπιέζομαι από ενα ψυχικον πόνον, Κύριε Πρόεδρε, διότι δυστυχώς δεν εχω αλλην τινά Ιδιαιτέραν περιουσίαν,

ίνα δυνηθώ και διαθέσω και ταύτην ύπερ τών αναγκών τοϋ ίεροϋ αγώνος,

όστις προορισμον έχει, δχι πλέον να απελευθέρωση, αλλά να περίσωση 200

χιλιάδας αδελφούς μας, καταδικασθέντας υπό τών Ισχυρών της Γης εις ζυγόν,

άσυγκρίτως χειρότερον τοϋ πρώτου και σκοπεύοντα να μηδένιση και να καταστρέψη την εθνικήν του ύπόστασιν».

Ό εξ Οιτύλου ϊλαρχος Δημήτριος Άποστολάκος παλαιός

εθελοντής, μαθητής ακόμη Γυμνασίου, ώς πολεμιστής τό 1897, οπλαρχηγός

εις τον Μακεδονικόν ‘Αγώνα, τραυματίας τότε κατ’ επανάληψιν, αιχμάλωτος με καταδίκην εις θάνατον, διασωθείς χάρις εις τήν έπανάστασιν τών Νεότουρκων, πολεμιστής τών Βαλκανικών πολέμων, πυρπολείται άπό τήν προκήρυξιν του Ζωγράφου, ανανεώνει τάς δυνάμεις του, και δεν υστερεί και τότε

εις έκδήλωσιν πατριωτισμού. Συγκροτεί Σώμα εξ ογδοήκοντα ανδρών, κατά

τό πλείστον Μανιατών, και φθάνει τήν 21 ‘Απριλίου είς τό Άργυρόκαστρον.

Ή Κυβέρνησις διορίζει αυτόν Φρούραρχον της πόλεως, άλλ’ εκείνος μετ’

ολίγας ημέρας μετακινείται δια να ενίσχυση τον εις τήν περιοχήν άγωνιζόμενον Μανιάτην όπλαρχηγόν Ευ στ άθ ιον Διασάκον. Μετ’ ολίγον εφθασεν εκεί προς ένίσχυσίν του μετά τεσσαράκοντα ευζώνων και ό αδελφός

του λοχαγός Νικόλαος Άπο στ ο λάκος. Ένταχθέντες εις τό υπό τον

γενναϊον ταγματάρχην Γ. Ζήραν τάγμα τοϋ Δρίνου, ελαβον μέρος εις τήν φονικωτάτην μάχην του Λαμπόβου, κατά τήν οποίαν έτραυματίσθησαν άμφότε­

Maviâtcu έθελονΐαί είς tòv Βορειοηπειρωτικον αγώνα 27

poi. Ήγωνίσθησαν όμως ήρωϊκώς προπορευόμενοι τών στρατιωτών και δι’

αιφνιδιαστικής θυελλώδους νυκτερινής έξορμήσεως δια τής ξιφολόγχης έτρεψαν είς φυγήν τους πολλαπλασίους ‘Αλβανούς ύπερασπιστάς του Λαμπόβου

και καταδιώκοντες αυτούς έφθασαν σχεδόν εξω του Τεπελενίου. Τήν σημαίαν του τάγματος του Δρίνου, διάτρητον άπό ‘Αλβανικάς σφαίρας μετά

το πέρας του αγώνος παρέδωκεν ο Νικόλαος Άποστολάκος εις τον μητροπολίτην ‘Αργυροκάστρου δια να διαφύλαξη αυτήν ώς ένθύμιον τής υψίστης

αυτοθυσίας τών ήρωϊκώς πολεμησάντων και πεσόντων υπό τήν σημαίαν

ταύτην ενδόξων αξιωματικών και οπλιτών.

‘Εθελοντικού Σώματος Μανιατών ο εις άνθυπολοχαγόν προαχθείς επιλοχίας έκ Κόζιας Γυθείου Κυριάκος Κ ο υ ά κ η ς, παλαίμαχος ηρωικός

αγωνιστής τών Βαλκανικών πολέμων, προσέτρεξε προς ένίσχυσιν τών μαχόμενων εις τήν Μονήν Τσέπου εναντίον υπέρτερων ‘Αλβανικών δυνάμεων,

αί όποΐαι άπέβλεπον εις τήν έξόντωσιν του Αύτονομιακοϋ στρατού και είς

τήν μετά ταύτα εύκολον κατάληψιν τοΰ ‘Αργυροκάστρου. Δια νυκτερινής

δε θυελλώδους έξορμήσεως, κατόπιν πάλης δια τής ξιφολόγχης σώμα προς

σώμα, κατώρθωσαν νά τρέψουν είς φυγήν τους σθεναρώς άνθισταμένους

‘Αλβανούς. Ό Κουάκης, αγωνιζόμενος ώς υπαρχηγός τοΰ Σώματος παρά το

πλευρόν τού αρχηγού και επιτιθέμενος δια τής ξιφολόγχης, έφονεύθη τήν

στιγμήν τής ύποχωρήσεως τοΰ εχθρού. Φυλάκων Κυριάκου Κουάκη ώνομάσθη ό τόπος τής θυσίας του, ή δε Κυβέρνησις τής Αυτονόμου ‘Ηπείρου

άπέστειλεν άναμνηστικήν περγαμηνήν είς τήν οίκογένειαν τοΰ ήρωος.

Τό υπό τον άρχηγόν Ν. Βάρθην Έλληνικόν Σώμα έβοήθησαν δια τήν

κατάληψιν τοΰ περί τήν Μονήν Τσέπου χώρου και τό υπό τον Άλέξανδρον

Ρώμαν, Άλέξανδρον Γέροντα καί τον Μανιάτην Πέτρον­Μπέην Κ υρ ι α κ ο ύ λ η Μαυρομιχάλη ν Σώμα τών Έρυθροχιτώνων καθώς και

μερικά άλλα εθελοντικά τμήματα. Οι Έρυθροχίτωνες κατέλαβον τήν 18’Απριλίου τήν Χαλασμένην Γέφυραν τής δημοσίας οδού ‘Αργυροκάστρου ­

Τεπελενίου, έδραιωθέντες είς τους δεξιά ευρισκομένους λόφους. Ό Μαυρομιχάλης, διοικών τήν τρίτην διμοιρίαν, επετέθη τήν 19ην κατά τών ‘Αλβανών

εις τοιούτον βαθμόν μή καλυπτόμενος, ώστε προεκάλεσε τήν δριμεΐαν

παρατήρησιν τοΰ αρχηγού Ρώμα, διότι έγένετο στόχος τοΰ έχθροΰ. Ή έπίθεσις επέτυχε πλήρως, διότι τήν 20ήν ‘Απριλίου κατελήφθη ή Μονή Τσέπου,

τοΰ Σώματος τών Έρυθροχιτώνων καταλαβόντος τό προκεχωρημένον χωρίον Χουμελίτσα, είς τήν οποίαν πρώτος είσήλθεν ό Μαυρομιχάλης μετά

τής διμοιρίας του. Τοΰ Ρώμα άσθενήσαντος ή διοίκησις τοΰ Σώματος ανετέθη κοινή άποφάσει εις τον Μαυρομιχάλην, προαχθέντα εις λοχαγόν,

όστις διφκησε τό Σώμα μέχρι τής ημέρας κατά τήν οποίαν τούτο διελύθη

κατόπιν καταλήψεως τής Βορείου ‘Ηπείρου υπό τοΰ Ελληνικού στρατού

(24­10­1914).

Θα αναφερθώ ιδιαιτέρως εις πρωτοφανείς ενεργείας δύο επίλεκτων

τέκνων της Μάνης και γενναίων Μακεδονομάχων, τοϋ εκ Γυθείου υπολοχαγού Μιχαήλ Φουρίδη ­ Καπετάν Λίμπερδου και του άπο το Δίπορον

Μέσα Μάνης ταγματάρχου Θεοδώρου Μαντουβάλου ­ Καπετάν Ταϋγέτου.

Υπηρετών ώς υπολοχαγός ό κατά τον Μακεδονικον αγώνα οπλαρχηγός

με πλουσίαν δράσιν Μ ι χαή λ Φ ο υ ρ ί δ η ς εις το 5ον Σύνταγμα Ευζώνων της Λαμίας έλαβε την εκκλησιν, τήν οποίαν ô Πρόεδρος της Κυβερνήσεως της Αυτονόμου Ηπείρου Γ. Χρ. Ζωγράφος απηύθυνε προς τα διάφορα

Σώματα τοϋ Έλληνικοΰ στρατού ζητών ένίσχυσιν, και έσκίρτησεν από πατριωτικόν ένθουσιασμόν ή καρδία του. ‘Αμέσως ήλθεν είς συνεννοήσεις

μετά τοϋ εις ‘Αθήνας Ηπειρωτικού Κομιτάτου και ήρχισε να κατηχή τους

αξιωματικούς και εύζώνους τοϋ λόχου του προς συμμετοχήν των είς τον

Βορειοηπειρωτικόν αγώνα. Ούτω, τήν 7ην Μαΐου άνεχώρησε μετά 80 ευζώνων δια Στυλίδα, ϊνα έπιβιβασθή τοϋ εκείθεν διερχομένου ατμόπλοιου «Αθήνα» και κατευθυνθή προς τήν Ήπειρον. Τον ήκολούθησαν δμως και πολλοί άλλοι, ώστε έπεβιβάσθησαν 200 εΰζωνοι με αρκετούς αξιωματικούς

και υπαξιωματικούς.

Ή εϊδησις της αναχωρήσεως του άνεστάτωσε το Ύπουργεΐον Στρατιωτικών, το όποιον αφ’ ενός μεν διέταξε τό κλείσιμον της Γέφυρας τοϋ Πορθμοΰ της Χαλκίδος, αφ’ ετέρου τα άντιτορπιλλικά «Θύελλαν», «Σφενδόνην»

και «Πάνθηρα» να πλεύσουν και συλλάβουν τήν «Άθηνάν».

Μετά τήν προσέγγισιν τοϋ πλοίου είς Χαλκίδα άνήλθον είς αυτό ό

διοικητής τοϋ έκεΐ τάγματος καί ο μέραρχος Δελαγραμμάτικας, οι όποιοι

ματαίως προσεπάθησαν να πείσουν τον Φουρίδην να παραιτηθή της αποφάσεως του. Ό πλοίαρχος Ν. Τσαμαδός έξήλθεν εις Χαλκίδα, ό δε β’ πλοίαρχος Κοντογιάννης έδήλωσεν ότι δεν δύναται να άποπλεύση απόντος τοϋ

Τσαμαδού. Τότε ό Φουρίδης, θέσας φρουράν πλησίον τοϋ πλοιάρχου και

τοϋ μηχανικού, ήπείλησεν αυτούς λέγων: «ή αυτήν τήν στιγμήν θα σηκωθούν οι άγκυρες και Θα προχωρήσετε προς Καβο­Ντόρο ή οι άνδρες θα διαταχθούν να σας πυροβολήσουν». Κατόπιν της σοβαρας αυτής απειλής ή

«Αθηνά» άπέπλευσεν ολοταχώς προς βορράν ανατολικώς της Ευβοίας

προς Μαλέαν. Παρά τον Καφηρέα όμως ή «Θύελλα» συνήντησε τήν «Άθηναν» καί είς σήμα τοϋ κυβερνήτου της Παπαβασιλείου να σταματήση, ό

πλοίαρχος της «’Αθηνάς» έδήλωσεν άδυναμίαν, άλλα κατόπιν νέου σήματος

της «Θυέλλης» ήλλαξε πορείαν. Τοϋτο άντιληφθέντες οί εΰζωνοι ήρπασαν

από τον ναύτην τό πηδάλιον, καί ένεκα άδεξίας στροφής αύτοΰ τήν οποίαν

εκαμον, ή «’Αθηνά» έπέπεσε κατά τής «Θυέλλης» προξενήσασα είς αυτήν

σοβαρώτατον ρήγμα. Μεγίστη τότε σύγχυσις επεκράτησε καί ή μεν «Θύελλα» δια να μή βυθισθή, προσήραξε παρά τον Καφηρέα, ή δε «Άθηνα» εις

Μανιάται έθελονταί εις τον Βορειοηπειρωτικον αγώνα 29

τον Πορτο­Ράφτην, όπου, κατόπιν συναινέσεως του Φουρίδη, άπεβίβασεν

αυτόν και τους άνδρας του.

Ό Φουρίδης, βλέπων το μάταιον της περαιτέρω αντιστάσεως του, δακρύων και συντετριμμένος, άπήλλαξε τους αξιωματικούς και εύζώνους τοϋ

όρκου των, όπως μεταβούν εις την Ήπειρον, και συνέστησεν εις αυτούς να

παραδοθώσιν, ό ϊδιος δε άνεχώρησε κρυφίως δια τήν Ήπειρον. Συγχρόνως

άπό Λαύριον απέστειλε προς τό Ύπουργεΐον Στρατιωτικών το κάτωθι τηλεγράφημα:

«Ύπουργεΐον Στρατιωτικών ‘Αθήνας.

Ευπειθώς παρακαλώ αποστείλατε εκτακτον τραΐνον ώραν δωδεκάτην μεσημβρινήν σταθμον Κερατέας επιβιβάσω και παρουσιάσω Σώμα Επίλεκτων εξ

8 αξιωματικών, 22 υπαξιωματικών και 199 ευζώνων, ους άπήλλαξα σήμερον

όρκου Θανάτου εν δεινοπαθούση Ήπείρω, πειθόμενος ρήμασιν Πολιτείας.

Τέως αρχηγός τών ‘Επίλεκτων Φουρίδης».

Ή Κυβέρνησις απέστειλε τεσσάρας λόχους και μίαν ήμιλαρχίαν υπό

τον συνταγματάρχη ν Ζούκην εις Μαρκόπουλον και 120 χωροφύλακας υπό

τον ταγματάρχην Τζωρτζάκην εις Κερατέαν δια να συλλαβή τους λιποτάκτας.

Ό λόχος όμως με επικεφαλής τον άνθυπολοχαγόν Κάϊπον, προηγουμένων

τών σαλπιγκτών, παρετάχθη εις τήν πλατεΐαν της Κερατέας και παρουσιάσθη

εις τον συνταγματάρχην Ζούκην. Οί παραδοθέντες ήσαν 1 ανθυπολοχαγός,

7 άνθυπασπισταί, 4 επιλοχίαι, 8 λοχίαι, 11 δεκανείς, 3 σαλπιγκταί και 196

εϋζωνοι.

Ό Φουρίδης, μετεμφιεσμένος, φθάσας κατόπιν πολλών ταλαιπωριών

τήν 24 Μαΐου εις το Άργυρόκαστμον, παρουσιάσθη εις τον Ύπουργόν

τών Στρατιωτικών Δ. Δούλην, ό οποίος τον ένέταξεν εις τον Αύτονομιακόν

στρατον με τον βαθμον του λοχαγού δια του κατωτέρω υπ’ αριθμ. 545 διατάγματος του Υπουργείου Στρατιωτικών:

Αυτόνομος “Ηπειρος

Ύπουργεΐον τών Στρατιωτικών ­

Έν Άργυροκάστρω τή 24 Μάιου 1914.

Τον παρουσιασθέντα ενώπιον ημών σήμερον μόνιμον ύπολοχαγον τοϋ

‘Ελληνικού στρατού κ. Μιχαήλ Θ. Φουρίδην κατατάσσομεν είς τον στρατον

ημών με τον βαθμον τοϋ λοχαγού άπό τήν 7ην Μαΐου ε.ε. καθ’ ην, κατόπιν

της άπό 5ης Μαΐου ε.ε. διαταγής μας, άπέπλευσεν εκ Στυλίδος ως αρχηγός

‘Επίλεκτου Σώματος εξ 8 αξιωματικών, 22 υπαξιωματικών, 1 άρχινοσοκόμου,

30 Δικαίου Β. Βαγιακάκου

3 σαλπιγκτών, 202 ύποδεκανέων και ευζώνων και τεσσάρων Ιδιωτών οπαδών,

ών πάντων την ύπηρεσίαν θεωροϋμεν εκτελεσθεϊσαν αφ’ ης ετέθησαν εν πλω.

Τ.Σ. Ό υπουργός

Α. Ν. Δούλης

‘Από Άργυρόκαστρον δια σταλείσης προσκλήσεως εις τήν Μάνην

έκάλεσε Μανιάτας και άλλους Έλληνας να μεταβούν εις τήν Βόρειον Ήπειρον και να ενταχθούν εις το Σώμα των Επίλεκτων, το όποιον θα συγκρότηση

και θα διοική ο ίδιος. Πολλοί έσπευσαν τότε πλησίον του ώστε ή δύναμις

του Σώματος άνήλθεν είς πεντακόσιους άνδρας. Εις το Σώμα κατετάγησαν

οί ήρωϊκώτεροι άγωνισταί και οπλαρχηγοί και αξιωματικοί πράγματι επίλεκτοι. Τότε δια της κατωτέρω υπ’ αριθμ. 711 διαταγής τής Κυβερνήσεως

διωρίσθη διοικητής στρατευμάτων Πρεμετής :

Αυτόνομος “Ηπειρος

Προτάσει τοϋ ημέτερου επί τών Στρατιωτικών ‘Υπουργού διορίζομεν τον

λοχαγον κ. Μιχαήλ Φουρίδην διοικητήν απάντων τών στρατευμάτων τής περιφερείας Πρεμετής και ύπεύθυνον διοικητήν τών στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Έν ‘Αργυρόκαστρο) τή 14 ‘Ιουνίου 1914

“Ο πρόεδρος τής Κυβερνήσεως “Ο υπουργός τών Στρατιωτικών

Γ. Χρηστάκη Ζωγράφος                          Δ. Ν. Δούλης.

Ευθύς αμέσως ήρχισαν αί πολεμικαί επιχειρήσεις. Διεξήγον πεισματωδεστάτας έπιθετικάς μάχας κατά πολλαπλασίου ανδρείου εχθρού, ώργανωμένου ύπό Όλλανδών αξιωματικών, ώχυρωμένου και διοικούμενου ύπό φημισμένων αξιωματικών Τουρκαλβανών. Ή άντίστασίς των έθραύετο προ

τής όρμητικότητος τών ‘Επίλεκτων, οί όποιοι εβάδιζον είς τήν μάχην άδοντες :

Διαβαίνουν οί ‘Επίλεκτοι, Τουρκαλβανοι κρυφτήτε Γκέγκηδες τοϋ Έσσάτ Πασά, βγήτε να μετρηθήτε. Γυρεύουν τα λημέρια σας, κι όπου σας ξετρυπώσουν

μαθήματα πολεμικά, πάντοτε θα σας δώσουν.

Ό Φουρίδης κατά τάς μάχας πάντοτε εμπρός μετά τών αξιωματικών του

ώδήγει τους ‘Επίλεκτους είς τήν νίκην, συντριβών πάν πρόσκομμα και

πδσαν άπεγνωσμένην άντίστασιν τών ‘Αλβανών. Κατά τήν μάχην τής Χουμελίτσας κατέλαβε τήν Κορώνην και άπασαν τοϋ όρους Λαζαρατες όχυράν

όροσειράν και ήνοιξε τήν όδόν προς Τεπελένι και Αυλώνα. ‘Ανέλαβε τήν

έπιτήρησιν τοϋ πλέον επικινδύνου τομέως, τοϋ άντιμετωπίζοντος τό προ­

πύργιον των Τουρκαλβανών, το ιστορικόν Κούτσι, το όποιον και κατέλαβε.

Κατά τήν σκληράν αυτήν μάχην επεσεν ήρωϊκώς μαχόμενος ό εξ Άρεοπόλεως επιλοχίας ‘Ιωάννης Κριάλης­Καλαποθάκης, ό όποιος παλαιότερον, υπηρετών εις το 8ον Σύνταγμα, εΐχε τραυματισθή κατά τήν μάχην του Μπιζανίου και τών Στενών της Κρέσνας. Τούτου τον ήρωϊκον θάνατον το Ύπουργεΐον Στρατιωτικών της Αυτονόμου Ηπείρου άνήγγειλεν

εις τον είς ‘Αθήνας διευθυντήν της εφημερίδος «Εμπρός» Δημήτριον Καλαποθάκην δια του έξης τηλεγραφήματος:

Το “Υπουργεΐον Στρατιωτικών της Αυτονόμου ‘Ηπείρου

Προς τον Διευθυντήν εφημερίδος «Εμπρός», ‘Αθήνας.

‘Αρχηγός Επίλεκτων Φουρίδης τηλεγραφεΐ ήρωϊκον θάνατον ‘Επίλεκτου

επιλοχίου ‘Ιωάννου Κριάλη­Καλαποθάκη, έπισυμβάντα εσπέρας 14 τρέχοντος,

δτε ανωτέρω Σώμα κατεδίωξε και εδεκάτισε τους δολίως επιτεθέντας κατ’

αύτοϋ ‘Αλβανούς προς κατάληψιν ημετέρας γραμμής. Διαβιβάσατε, παρακαλοϋμεν, συγχαρητήρια τη οικογένεια του.

Έν Άργυροκάστρω 16 Αυγούστου 1914

‘Εντολή ‘Υπουργού

Ράϊκος.

Έτραυματίσθησαν και οι εκ Γυθείου Μανιαται Επίλεκτοι Παν. Παρασκευάκος ανθυπασπιστής, ‘Αθανάσιος Δελαγραμμάτικας δεκανεύς, Νικόλαος Καράμπελας δεκανεύς και ‘Ιωάννης Χρυσανθακόπουλος στρατιώτης.

‘Αποφασιστικής σημασίας δια τάς επιχειρήσεις εις τήν Β. Ήπειρον

ύπήρξεν ή μάχη εις τό Κούτσι και ή κατάληψις αύτοϋ. Το Ύπουργεΐον

Στρατιωτικών έτηλεγράφησε προς Φουρίδην τα έξης:

Φουρίδην, άρχηγον ‘Επίλεκτου Σώματος εις Κούτσι.

Συγχαίρω υμάς και άνδρας σας επί καταλήγει Κουτσίου. Θέλετε διατηρήσει τάς θέσεις τάς οποίας κατέχετε μη προχωροϋντες. Γκολέμι, Κολωνία,

Πιτσάρι και Τεπελένι κατελήφθησαν παρ’ ημετέρων.

Συνεχώς μαχόμενος κατά πολλαπλασίου τον αριθμόν εχθρού και διοικούμενου υπό του περίφημου ταγματάρχου Τουρκαλβανοϋ Χαμίτ Ντούρου

κατέλαβε τό Μπόρσι, Τσόραϊ, Φτέραν (ύψωμα 1442) και Λάϊφι και εβάδισε

προς κατάληψιν της Αύλώνος, ήμποδίσθη όμως κατόπιν διαταγής του Υπουργού Δ. Δούλη.

Δια την δλην δρασιν του προήχθη εις ταγματάρχην κατ’ έκλογήν:

Αριθμ. Πρωτοκ. 1104. Αυτόνομος “Ηπειρος

Ύπουργεΐον Στρατιωτικών

Έν Άργυροκάστρφ τι] Ir] Αυγούστου 1914.

Τον λοχαγον Μ. Φουρίδην προάγομεν εις τον βαθμον του ταγματάρχου

κατ’ εκλογήν, ένεκεν της διακεκριμένης δράσεως μετά του Σώματος του κατά

τάς τελευταίας μάχας κατά των ‘Αλβανών της 21 και 22 ‘Ιουνίου ε.ε., καθ’

ας μετά των δυνάμεων του, άνευ ετέρας συνδρομής, εκυρίευσε τάς όχυράς θέσεις

Τσόραϊ­ Φτέρη (ϋψωμα 1442), Κούτσι και Λάϊψ, αντιταχθείς κατά πολλαπλασίου και ανδρείου εχθρού διοικούμενου υπό ταγματάρχου.

Ό υπουργός των Στρατιωτικών

Δ. Δούλης.

Την προσωπικότητα, την δρασιν και την προσφοράν του Φουρίδη

εις τον αγώνα έξήρον δια τών κατωτέρω εκθέσεων των ό Υπουργός τών

Στρατιωτικών της Αυτονόμου Ηπείρου και ô Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος.

Αυτόνομος “Ηπειρος

Ύπουργεΐον Στρατιωτικών

Ό εκ Λακωνίας επίλεκτος αξιωματικός κ. Μιχαήλ Θ. Φουρίδης εξ

ακραιφνούς φιλοπατρίας προσήλθεν εις τον αγώνα την 16 Μαΐου, όπως ταύτιση την τύχην του προς την Κυβέρνησιν της Β. ‘Ηπείρου καταδικασθείσης

τότε εις την Τουρκοαλβανικήν δουλείαν.

Έσχημάτισε τη μερίμνη του το εξ αξιωματικών και οπαδών του Έπίλεκτον Τάγμα άρχηγοϋ Μ. Φουρίδου, όπερ εξαιρετικώς διεκρίθη επί ανδρεία

και άκαταπονήτω σωματική και ψυχική αντοχή και πειθαρχία, εμπιστοσύνη

και άφοσιώσει εις τον άρχηγόν του, όστις αυτοπροσώπως εις δλην την διάρκειαν τών πολεμικών επιχειρήσεων διώκει τοϋτο και δια σειράς αποφασιστικών

μαχών κατά πολλαπλασίου ανδρείου εχθρού, κατά μέγα μέρος σύνετέλεσεν

εις την Έθνικήν τελικήν άποκατάστασιν της Β. ‘Ηπείρου, το Σώμα τοϋτο,

πάντοτε άήττητον και ουδέποτε υποχώρησαν, ήλευθέρωσε τα επικινδυνωδέστερα χίλια εξακόσια τετραγωνικά χιλιόμετρα κατφκημένου τόπου και εις άνισον εκτεθειμένος αγώνα διετήρησε ταύτα και εξησφάλισε μέχρις ου διετάχθη

ύπο τής Κυβερνήσεως και παρέδωκεν είς τον προελάσαντα “Ελληνικον στρατόν,

όστις τον αντικατέστησε κατέχοντα τομέα πλάτους 35 χιλιομέτρων.

Προήχθη τήν 1 Αυγούστου εις ταγματάρχην επ’ άνδραγαθία δια το σύνολον

των εξαιρετικών υπηρεσιών και διότι την 6­7 ‘Ιουνίου, διαταχθείς δπως συγκράτηση τον αποφασιστικούς επιτεθέντα εχθρόν, ου μόνον εξετόπισε τοϋτον,

αλλά και κατέλαβε την Κορώνην και άπασαν την επ’ αυτής ώχυρωμενην βουνοσειράν δι’ ής εξησφαλίσθη ή μετέπειτα προέλασις και διότι δια μαχών της

29 και 30 Ιουνίου μεμονωμένως και άνευ ουδεμιάς συνδρομής κατέλαβε τάς

όχυράς θέσεις Τσόραϊ, Φθέραν, ύψόμετρον 1442, Κούτσι, και Λάϊφ, άτινα

ώς προπύργια τών Τουρκαλβανών ύπερησπίζοντο ύπο πολλαπλάσιας εχθρικής

δυνάμεως, διοικούμενης υπό τοϋ ταγματάρχον ΧαμΙτ Ντούρου και τοϋ φυλάρχου Καντρή Βέη Γκιουλέκα, ους λυσσωδώς άμυνθέντας, ετρεψεν εϊς φυγήν

και προήλασε άκατασχέτως προς Αυλώνα, δτε, κατόπιν διαταγής μου εσταμάτησεν, αφ’ ου υπερέβη τα δρια τής Β. Ηπείρου κατά 15 χιλιόμετρα. Ή εν

γένει διαγωγή τούτου ύπήρξεν εξόχως αρίστη. ‘Απεδείχθη προς με πειθαρχικώτατος, υπέροχου διοικητικής ικανότητος, τιμιώτατος, απαράμιλλες εις ανδρείαν, ώστε διαρκώς να επιτίθεται ουδέποτε υπολογίζων την άριθμητικήν

άδυναμίαν του.

Ή δε περί την πολεμικήν τέχνην επιστημονική μόρφωσίς του καί Ιδιοφυία του, ή κατά τας πολεμικάς επιχειρήσεις και μάχας υποδειχθείσα ικανότης του, εμπνέουσαί μοι την εμπιστοσύνην, ίνα, εν συνειδήσει προτείνω τούτον προς προαγωγήν επ’ άνδραγαθία εκ πεποιθήσεως δτι παντού και πάντοτε

θα διακριθή, εάν τω άνατεθή ανωτέρα διοίκησις Σώματος ανεξαρτήτου καί

μεμονωμένου.

Έν ‘Αργυροκάστρω τη 22 ‘Οκτωβρίου 1914

Δ. Ν. Δούλης

‘Ιερά Μητρόπολις

Δρυϊνουπόλεως Έν Αργυροκάστρω τη 30 ‘Οκτωβρίου 1914

Αριθμ. Πρωτ. 660

Προς

Τον άξιότιμον κ. Μιχαήλ Φουρίδην

Ταγματάρχην τής Αυτονόμου και Διοικητήν ‘Επίλεκτου Τάγματος.

Έκφράζομεν τήν πλήρη εύαρέσκειαν και εύγνωμοσύνην πάντων τών

‘Ηπειρωτών τοϋ Δντικοϋ τομέως Β. Ηπείρου δια τα ενδεδειγμένα ευγενή

και πατριωτικά αισθήματα, ατινα περιτράνως επεδείξατο σπεύσας εις ενίσχυσιν τοϋ Ίεροϋ ‘Ηπειρώτικου ‘Αγώνος εις δν κατά μέγα μέρος συνεβάλετο

δια τής προσωπικής επιβολής και αύταπαρνήσεως, ην ενέσπειρε και εις τους

υπ’ αυτόν επίλεκτους άνδρας, ους μόνος εξέλεξε καί εστρατολόγησεν υπό τήν

σκέπην τής ιεράς Μητροπόλεως καϊ τάς ευλογίας της ‘Εκκλησίας διακριθείς

εις διαφόρους κατά τών ‘Αλβανών μάχας και επιθέσεις κατά τον τομέα Χιμάρας καϊ Κούτσι, οπού εΐχεν αναλάβει την διοίκησιν προυχώρησε μετά τών

γενναίων υπ’ αυτόν ανδρών 1600 τετραγωνικά χιλιόμετρα, άτινα παρέδωκεν

εις τον Έλληνικον στρατον κατατροπώσας και τρέψας εις φυγήν τους Άλ.­

βανούς, ους εξετόπισεν εκ διαφόρων οχυρών θέσεων.

Ό ίπποτισμος και ή φιλοπατρία, ή ανδρεία καϊ ή άφοσίωσις του ενδόξου

τούτου αρχηγού, άγωνισαμένου εν ταΐς πρώταις γραμμαϊς μεθ’ ήρωϊκοΰ σθένους

μετά στρατιωτικής δεξιότητος και αυτοθυσίας την εκτίμησιν και τον θαυμασμον

πάντων.

‘Εφ’ ω εκφράζοντες αύτω καϊ αύθις τάς θερμάς ευχαριστίας

εύχόμεθα θεόθεν τα βέλτιστα και κράτιστα

Τ.Σ. “Ο Μητροπολίτης Βασίλειος.

Τήν εύγνωμοσύνην των εξέφρασαν και οί κάτοικοι των περιοχών δια

ψηφισμάτων. Εις Άργυρόκαστρον κεντρική οδός, συνδέουσα τάς πλατείας

βασιλέως Κωνσταντίνου και βασιλέως Γεωργίου Β’, ώνομάσθη οδός Μιχαήλ

Φουρίδη. Άλλα και ή Κοινότης Πικερνίου έδωκε το ονομά του εις μίαν

των οδών της πόλεως.

Έπιστρέψας νικητής παρεπέμφθη εις το Στρατοδικείον ώς υπόδικος

«στάσεως και ανυποταξίας και φθοράς άντιτορπιλλικοϋ εκ δολίας προαιρέσεως». Κατά τήν διάρκειαν της δίκης ό Στρατοδίκης άπηύθυνεν εις αυτόν

τήν έρώτησιν: «Τι θα εγίνετο ή Ελλάς Φουρίδη, εάν 42 άλλοι λοχαγοί επραττον δ,τι καϊ συ;» Και ό Φουρίδης άπεκρίθη: α*Αν ήσαν σαν και μένα 42

άλλοι λοχαγοί, δεν θα υπήρχε ούτε ‘Αλβανία, ούτε Βουλγαρία, να βρίσκωμε

το μπελά μας κάθε μέρα μ’ αυτούς­». Ήθωώθη πανηγυρικώς καταχειροκροτούμενος.

Μία άλλη πολεμική δόξα της Μάνης είναι ό λοχαγός Θεόδωρος

Μ αν τ ου βαλο ς, ό γνωστός είς τον Μακεδονικόν’Αγώνα ώς Καπετάν

Ταύγετος. Υπηρετών ώς λοχίας εις το 9ον Σύνταγμα Καλαμάτας, άμα τη

ένάρξει του Μακεδόνικου ‘Αγώνος, φλεγόμενος υπό πατριωτισμού, έμύησεν

ομάδα στρατιωτών και μετ’ αυτών εγκατέλειψε τό Σύνταγμα και κρυφίως

μετέβη είς Μακεδονίαν ώς οπλαρχηγός εις τό Σώμα του Μανιάτου λοχαγού

Νικολάου Τσοτάκου (Καπετάν Γέρμα). Κατά τάς είς Αοσνίτσαν (σήμερον Γέρμα) Βοΐου γενομένας φονικωτάτας μάχας μετά πολυαρίθμου Τουρκικού στρατού, έτραυματίσθη σοβαρώτατα, αναίσθητος συνελήφθη υπό τών

Τούρκων, άλλα κατά τρόπον μυθιστορηματικόν κατώρθωσε να δραπέτευση άπό το Νοσοκομεΐον Μοναστηρίου.

Αν και τραυματίας προσήλθεν εις τον Έλληνοβουλγαρικον πόλεμον,

δπου κατά την μάχην του Πετσόβου 7 ‘Ιουλίου 1913, ώς υπολοχαγός διοικητής λόχου Ευζώνων, έλαβε διαμπερές τραύμα είς το στήθος.

Έφλέγετο όμως άπό πατριωτισμόν και δι’ αυτό το Προσκλητήριον

τής Βορείου ‘Ηπείρου το 1914 έδωκε νέαν εύκαιρίαν εις αυτόν να τρέξη

είς βοήθειάν της. Συνεκρότησε Σώμα από 60 έθελοντάς Μανιάτας και άνεχώρησε δια τήν Βόρειον Ήπειρον.

“Εχει όμως το ταξίδιόν του ενδιαφέρον, διότι συνέβη κάτι τόλμηρόν,

άνάλογον προς το εγχείρημα του Μ. Φουρίδη. Μετά πάσης προφυλάξεως

το Σώμα έπεβιβάσθη εις Πειραιά του ατμόπλοιου «Υπεροχή», του έκτελοϋντος δρομολόγιον προς Κέρκυραν και Πρίντεζι. Ή άναχώρησις όμως

του Σώματος εγνώσθη και ή Κυβέρνησις διέταξε τον λιμενάρχην Κερκύρας,

να έμποδίση τον πλουν προς “Αγίους Σαράντα και να υποχρέωση τους άνδρας να εξέλθουν είς Κέρκυραν. Όταν προσήγγισεν εκεί τό πλοΐον, άνήλθεν

ό λιμενάρχης και ευγενώς ή ρώτησε τον Μαντούβαλον προς ποιον μέρος

ταξιδεύει. Ούτος άπεκρίθη ότι μεταβαίνει είς τήν Βιέννην προς θεραπείαν

τών τραυμάτων του. Τότε ό λιμενάρχης του επέδειξε τήν διαταγήν τής Κυβερνήσεως και του συνέστησε να συμμορφωθή προς αυτήν. Προθύμως ό

Μαντούβαλος άπήντησεν ότι θα πράξη τοϋτο, πρέπει όμως να ειδοποίηση

τους άνδρας να ετοιμασθούν. Συγχρόνως προσέφερε τσάϊ είς τον λιμενάρχην ό όποιος παρέμενεν είς τήν πρώτην θέσιν. Ό Μαντούβαλος, άνελθών

είς το κατάστρωμα, συνεκέντρωσε τους άνδρας καί, λαβών δύο εξ αυτών,

μετέβη είς τήν γέφυραν τοϋ πλοίου, όπου εύρίσκετο ό πλοίαρχος, εχαιρέτησεν εύγενικώς αυτόν καί τον παρεκάλεσε να αναχωρήσουν αμέσως δια τους

‘Αγίους Σαράντα. Ό πλοίαρχος ήρνήθη. Τότε ό Μαντούβαλος, λαβών στάσιν σοβαράν καί δηλώσας τήν ταυτότητα του, τοϋ λέγει: «Αυτήν τήν στιγμήν σας επιστρατεύω, σας κατατάσσω εις τον στρατον τής Αυτονόμου

‘Ηπείρου και σας διατάσσω να αναχωρήσετε αμέσως δια τους ‘Αγίους Σαράντα. — Μα λοχαγέ, εγώ πηγαίνω εϊς το Πρίντεζι, απήντησε ό πλοίαρχος.

— Μα και μα δεν έχει, να διάταξης να κινηθή αμέσως το πλοΐον» τοϋ λέγει

ô Μαντούβαλος. Άφήσας δε τους δύο άνδρας με τήν εντολήν να έκτελεσθή εντός πέντε λεπτών ή διαταγή του, κατήλθεν είς τήν πρώτην θέσιν καί άνεκοίνωσεν είς τον λιμενάρχην ότι όλα εϊναι έτοιμα, καί αν αυτός

θέλη να τον ακόλουθηση, θα τον κάμη καπετάνιον τής ξηράς.

Ούτω άπεβιβάσθησαν είς “Αγίους Σαράντα. Παρουσιάσθη είς τον Δ.

Δούλην, ύπουργόν τών Στρατιωτικών, τήν 7 ‘Ιουλίου, ό όποιος του απένειμε

τον βαθμόν τοϋ ταγματάρχου καί τον διώρισε στρατιωτικόν διοικητήν περιφερείας ‘Αργυροκάστρου δια τοϋ έξης διατάγματος:

‘Αριθμ. 871 Αυτόνομος “Ηπειρος

Ύπουργεΐον Στρατιοοτικών

Έν Αργυρόκαστρο) τη 7η ‘Ιουλίου 1914.

Τον παρουσιασθέντα ήμΐν λοχαγον τοϋ ‘Ελληνικού στρατού Μαντούβαλον

Θεόδωρον κατατάσσομεν εις τον ήμέτερον στρατον από της 1ης μηνός, αφ’

ής παρουσιάσθη, με τον βαθμον τοϋ ταγματάρχου και διορίζομεν αυτόν Στρατιωτικών διοικητήν περιφερείας ‘Αργυροκάστρου.

Ό υπουργός

(Τ.Σ.) Δ. Ν. Δούλης.

‘Από εδώ αρχίζει ή δρασις και ή προσφορά του εις τον αγώνα. Κατά

τήν 15θήμερον εκεί παραμονήν του άπεσόβησε τήν έκδήλωσιν στάσεως (ορισμένων οπλαρχηγών και τήν άπειληθεΐσαν πυρπόλησιν του ‘Αργυροκάστρου.

Άλλου όμως επρόκειτο να είναι άκρως σημαντική ή συμβολή του εις

τον αγώνα. Κατ’ έκείνην τήν έποχήν μία κατάστασις αφόρητος εΐχε δημιουργηθή εκ της απειθαρχίας μερικών αξιωματικών, οί όποιοι μάλιστα εγκατέλειψαν τάς θέσεις των δια να στραφούν εναντίον του Στρατιωτικού διοικητού

Πρεμετής ‘Αλ. Μαυροειδή. Ήπειλήθη και σύγκρουσις μεταξύ τών στρατευμάτων της Αυτονόμου ‘Ηπείρου, ή οποία απεφεύχθη, διότι ο Μαυροειδής,

μή θέλων να χυθή άδελφικόν αίμα, απεχώρησε τοϋ αγώνος και έπέστρεψεν

εις τήν Ελλάδα. Οί στασιάσαντες εγκατέλειψαν τάς θέσεις των, άφήσαντες

άφρούρητον τήν γραμμήν της Κλεισούρας. Τό γεγονός αυτό έπληροφορήθη

έντρομος ό εις Δέλβινον παραμένων υπουργός Στρατιωτικών Δ. Δούλης

και διατάσσει δια τηλεγραφήματος του τον Στρατιωτικόν διοικητήν ‘Αργυροκάστρου Θ. Μαντούβαλον να σπεύση εις Πρεμετήν και να έπαναφέρη τήν τάξιν.

Τό έν λόγω τηλεγράφημα έχει ώς εξής:

«Θ. Μαντούβαλον Στρατιωτικόν διοικητήν ‘Αργυροκάστρου.

Μεταβήτε πάραυτα εις Πρεμετήν προς έπαναφοράν διασαλευθείσης τάξεως κάί αϋριον άφικνοϋμαι μέσω Γεωργουτσάδων ό ϊδιος.

“Υπουργός Στρατιωτικών Δ. Δούλης».

Ό Θ. Μαντούβαλος άνεχώρησεν αμέσως με τους άνδρας του και τήν

έπομένην έφθασε και ό Δούλης. Συνεκροτήθη πολεμικόν Συμβούλιον εις τό

όποιον ελαβον μέρος και οί αρχηγοί τών Σωμάτων και οί οπλαρχηγοί.

Κατ’ αυτό ενεκρίθη πρότασις δπως τα ανταρτικά Σώματα συγκροτηθούν

εις εν Σώμα τακτικού στρατού, τό όποιον θα εχη τό όνομα Σύνταγμα Πρεμετής.

Ό Δούλης άνέθεσεν εις τον Μαντούβαλον τήν πραγματοποίηση/ της

προτάσεως και συγχρόνως δια τοϋ εξής διατάγματος διώρισεν αυτόν Στρατιωτικόν και πολιτικόν διοικητήν:

‘Αριθμ. Πρωτ. 1024 Αυτόνομος “Ηπειρος

Ύπουργείον Στρατιωτικών

Τον ταγματάρχην της αυτονόμου Μαντούβαλον Θεόδ. διορίζομεν Στρατιωτικον και πολιτικον διοικητήν Πρεμετής άπα 12 ‘Ιουλίου ε.ε.

Έν ‘Αργυροκάστρω τή 27 ‘Ιουλίου 1914

“0 ‘Υπουργός των Στρατιωτικών

Δ. Ν. Δούλης.

Ή επαναφορά της τάξεως επεβάλετο εις τον τομέα Πρεμετής, διότι υπήρχε κίνδυνος άμεσου δράσεως τών ‘Αλβανικών στρατευμάτων, οπότε θα έχάνετο και αυτή ή Πρεμετή. Ό Μαντούβαλος δια καταλλήλων χειρισμών επέτυχε τήν άποκατάστασιν τής τάξεως και τήν συγκρότησιν του Συντάγματος Πρεμετής, αποτελουμένου εξ εννέα λόχων, το όποιον διεδραμάτισε σημαντικον ρόλον εις τον διεξαγόμενον αγώνα. Τό επίτευγμα τοϋτο έγνώρισε δι’ έγγραφου προς τον Δούλην, μετά συνημμένης αναφοράς υπογεγραμμένης και ύπό πάντων τών αρχηγών τών Σωμάτων.

Ό υπουργός απήντησε δια του κατωτέρω εγγράφου προς τον Θ. Μαντούβαλον:

‘Εκφράζω προς υμάς τάς απείρους μου ευχαριστίας, διότι δια τής επιμονής και κόπων υμών κατωρθώθη ή σύμπηξις τών διαφόρων ανταρτικών Σωμάτων εις ώργανωμένην στρατιωτικών μονάδα. Ή πράξις αυτή είναι και ή επιθυμία ημών, ήτις χάρις εις την παρουσίαν σας επετεύχθη. Παρακαλώ δέ δπως και εις τους υπογεγραμμένους εν τή συνημμένη προς υμάς άναφοράν αρχηγούς και οπλαρχηγούς εκφράσητε τήν εύγνωμοσύνην μου δια τήν λαμπράν πράξιν των, τήν διευκολύνουσαν υμάς εις το έργον σας. Είμαι ôè βέβαιος δτι πράξεις όμοιας φύσεως θα ακολουθήσωσιν και εν τω μελλοντι έχοντες πεποίθησιν εις υμάς τον αμέσως άρχηγόν των.

“Ο υπουργός τών Στρατιωτικών Α. Δούλης)).

Κατά τήν έποχήν έκείνην οί ‘Αλβανοί, διότι τα Ελληνικά Σώματα είχον

λάβει διαταγάς να μή κάμνουν χρήσιν τών όπλων, παρά μόνον δτε εύρίσκοντο εις θέσιν αμύνης, ένήργουν καθημερινώς επιθέσεις είς όλον τον τομέα

Πρεμετής. Κατόπιν τούτου το Σύνταγμα ανέλαβε πολεμικήν δρασιν. Ούτω,

τήν 4ην Αυγούστου συνήψε νικηφόρον μάχην εις Μάτζανην Κλεισούρας,

τήν 2αν Σεπτεμβρίου εις Κοπρέντσι, τήν 12ην Σεπτεμβρίου εις Βελούσαν

παρά τον Άψον ποταμόν, τήν 27ην είς Τσέπανην, όπου τρέπουν εις φυγήν

τους ‘Αλβανούς και απωθούν αυτούς είς βάθος 5 χιλιομ. και τήν ΙΟην ‘Οκτωβρίου είς Τόσκιοϊ και Βενοκάσι. Ή μάχη αύτη ήτο σκληρά και αποφασιστική, υπέστησαν δέ σοβαράς απώλειας οί ‘Αλβανοί, ώστε μετά ταύτα δεν

έτόλμησαν να ενοχλήσουν τον τομέα Πρεμετής, άφοϋ κατεδιώχθησαν μέχρι

τών πρόθυρων του Βερατίου. Δια τήν μάχην αυτήν ή Επιτροπή ‘Εθνικής

‘Αμύνης Πρεμετής, εκφράζουσα τάς ευχαριστίας της προς τον Θ. Μαντού­

βαλον, μεταξύ τών άλλων εγραφεν: (CΗ ηρωική επίθεσις τοϋ υπό τάς διαταγάς

σας Συντάγματος της 10ης ‘Οκτωβρίου εν ταίς θέσεσι Μούζακας ­ Τόσκιοϊ

κατά των απαίσιων Αλβανών, εχθρών της πίστεως και της πατρίδος καί ή

εντελής κατατρόπ^ωσις αυτών εσημείωσε νέαν χρυσήν σελίδα είς την Ήπειρωτικήν ίστορίαν και την νεωτέραν Έλληνικήν τοιαύτην».

Ή μάχη αΰτη ήτο ή τελευταία εις την Βόρειον Ήπειρον. Οι ‘Αλβανοί,

λόγω της πανωλεθρίας την οποίαν υπέστησαν, δεν επεχείρησαν νέαν επίθεσιν μέχρι της καταλήψεως τών εδαφών της Αυτονόμου Ηπείρου υπό τοϋ

Ελληνικού Στράτου τήν 18ην ‘Οκτωβρίου 1914.

Την προσωπικότητα και τήν προσφοράν τοϋ Θ. Μαντουβάλου είς τον

‘Αγώνα της Βορείου ‘Ηπείρου παρουσιάζουν δημοσιεύματα τοϋ Τύπου και

εκθέσεις του Υπουργείου Στρατιωτικών της Αυτονόμου Ηπείρου.

Οΰτω, ή έφημερίς «”Ηπειρος» (‘Ιωάννινα 1 Αύγ. 1914) δημοσιεύει άνταπόκρισιν εκ

Πρεμετής, εχουσαν οΰτω: «’Arto δεκαημερίας και τΐλέον ανέλαβε τήν στρατιωτικήν και πολιτικήν διοίκησιν τοϋ τομέως Πρεμετής ο ταγματάρχης κ. Θεόδωρος Μαντούβαλος, υπό το ψευδώνυμον καπετάν Ταύγετος, δράσας κατά

τον Μακεδονικον αγώνα. Είναι δε δίκαιον ν’ άναγραφώσιν εις το πανηπειρωτικόν μας φύλλον τα έξης περί αυτού. Δέον να σημειωθή δτι άφ’ ότου ανέλαβε

τήν στρατιωτικήν και πολιτικήν διοίκησιν τοϋ τομέως Πρεμετής δ ταγματάρχης κ. Θεόδωρος Μαντούβαλος, τα πράγματα ήλλαξαν παντελώς, ετέθησαν

εις τήν άρμόζουσαν αυτών Θέσιν. Γενικώς ειπεΐν πανταχού τις διακρίνει τάξιν

και πειθαρχίαν, αιτινες πρέπει ν’ άποδοθώσιν εις τήν στρατιωτικήν του μόρφωσιν αφ’ ενός και εις τήν περί το διοικειν πεΐραν του ην απέκτησε κατά

τήν πολύχρονων δράσιν του εν τω Μακεδονικώ άγώνι αφ’ ετέρου, ai δποϊαι

άρεται συνηνωμέναι εν τω προσώπω τοϋ πολυφιλήτου και ανδρείου αρχηγού

Ταϋγέτου (διότι το ­ψευδώνυμον τούτο έφερε κατά τον αγώνα) εκίνησαν αμέσως τον σεβασμόν και τήν συμπάθειαν άπάντων τών κατοίκων της περιφερείας

και τών γενναίων οπλαρχηγών και αξιωματικών τών υπαγομένων υπό τάς

διαταγάς του».

‘Ιδιαιτέρως αναφέρω εκ της εκθέσεως τοϋ Ύπουργοΰ Στρατιωτικών

Δ. Δούλη τα έξης:

‘Ο αξιωματικός Θεόδωρος Μαντούβαλος είργάσθη μετά παραδειγματικού ζήλου και άφοσιώσεως, δώσας τίλειστάκις άφορμήν είς τήν ύπηρεσίαν τοϋ Υπουργείου, όπως έκφραση αντώ τήν π^λήρη εύαρέσκειάν της δια τήν δντως λίαν ενδόκιμον υπηρεσίαν του. Δια της διακρινούσης αυτόν διοικητικής Ικανότητος κατόρθωσε να σύμπηξη τα ανταρτικά αποσπάσματα εις οργανικά τμήματα υπό ένιαίαν διοίκησιν άποτελέσαντα Σύνταγμα, όπερ διωκησεν εξόχως συντελέσας ως εκ τούτου κατά μέγα μέρος εις την εύόδωσιν τοϋ Ίεροϋ ‘Αγώνος της Βορείου ‘Ηπείρου. Έδικαίωσε τίλήρως τάς προσδοκίας και ελπίδας τοϋ υποφαινομένου. ”Επεδείξατο αύταπάρνησιν, φιλοπατρίαν και διοικητικήν Ικανότητα άρίστην».

Παρουσιασθείσης όμως ανωμάλου καταστάσεως εν τω τομέί Πρεμετής

ώς εκ της αποχωρήσεως εκ τον αγώνος του τότε Στρατιωτικού και Πολιτικού

Διοικητού κ. Μαυροειδή ‘Αλεξάνδρου, λοχαγού τοϋ τίυροβολικοϋ, διωρίσθη

Στρατιωτικός και Πολιτικός Διοικητής, διοίκησε την άνω περιφέρειαν μέχρι

της υπό του ‘Ελληνικού Στρατού άνακαταλήψεως της Β. ‘Ηπείρου, παραδώσας την υπηρεσίαν τον ταύτην εις τάς Έλληνικάς ‘Αρχάς.

Ό αξιωματικός ούτος εις τάς ανωτέρω θέσεις του ειργάσθη μετά παραδειγματικού ζήλον και άφοσιώσεως, δώσας πλειστάκις άφορμήν εις την Ύπηρεσίαν τοϋ ‘Υπουργείου όπως έκφραση αντω την πλήρη εύαρέσκειάν της δια

την όντως λίαν ενδόκιμον νπίηρεσίαν τον.

Κατά την ανωτέρω νπηρεσίαν τον ώς Στρατιωτικός και Πολιτικός

Διοικητής Πρεμετής δια της διακρινούσης αντον διοικητικής ικανότητος κατώρθωσε να σύμπηξη τ’ ανταρτικά αποσπάσματα εις οργανικά τμήματα υπό

ενιαίαν διοίκησιν άποτελέσαντα Σύνταγμα, δπερ διφκησεν εξόχως συντελέσας

ώς εκ τούτου κατά μέγα μέρος εις την εύόδωσιν τοϋ Ίεροϋ αγώνος της Βορείου ‘Ηπείρου.

Μετά τοϋ ώς άνω Συντάγματος ενήργησε τάς κάτωθι μάχας ήτοι Ιον)

την 4ην Ανγούστον 1914, εις Καζάνην (Κλεισούρας), 2ον) την 2 Σεπτεμβρίον

1914 εις Κοπρέντσι, 3ον) τήν 12ην Σεπτεμβρίον 1914 εις Βελούσαν παρά

τον “Αψον τίοταμον και 4ον) τήν ΙΟην ‘Οκτωβρίου 1914 τήν γενικήν επίθεσιν

εις Τόσκεσι και Βενοκάσι, καθ’ ας έδικαίωσε πλήρως τάς προσδοκίας και

ελπίδας τοϋ νποφαινομένον κατορθώσας, ιδία κατά τήν τελενταίαν επίθεσιν,

τήν κατασύντριψιν τον εχθροϋ μετ’ ελαχίστης δννάμεως και δύο τηλεβόλων,

τον εχθρον όντως Πολυαρίθμου, και τήν καταδίωξιν αυτού μέχρι των πρόθυρων τοϋ Βερατίου, τήν κατάληψιν τοϋ οποίον δέν ενήργησε δια λόγονς εθνικωτάτονς, κατασταθέντας αντω γνωστούς νπο ανωτέρω ‘Αρχών. Έν τέλει

επεδείξατο ανταπάρνησιν, φιλοΛατρίαν και διοικητικήν ικανότητα αρίστην.

Το παρόν επί λήξει τοϋ Ίεροϋ αγώνος χορηγείται αντω εκτιμήσεως ένεκεν κάί εις άνάμνησιν τών εξαιρετικών προς τήν Β. “Ηπειρον υπηρεσιών τον.

Έν ‘Αργυροκάστρω τή 10 ‘Οκτωβρίου 1915

Ό’Υπουργός τών Στρατιωτικών

(Τ. Σ.) Δ. Δούλης.

‘Αξιομνημόνευτος είναι και ή κατωτέρω εκφρασις ευχαριστιών και της

Επιτροπής ‘Εθνικής ‘Αμύνης τής Πρεμετής προς τον Μαντούβαλον:

‘Αριθ. 990. cΗ’Επιτροπή τής :’Εθνικής ‘Αμύνης Πρεμετής

Προς

Τον Στρατιωτικον και Πολιτικον Διοικητήν μας ταγματάρχην

της Αυτονόμου κ. Θ. Μαντούβαλον.

Ή ‘Επιτροπή της ‘Εθνικής ‘Αμύνης Πρεμετής, άντιπροσωπεύουσα και

την γνώμην ολοκλήρου τής ‘Επαρχίας, καθήκον επιβεβλημένον αυτή θεωρεί,

επί τή λήξει τοϋ ίεροϋ μας αγώνος, όπως έκφραση προς Υμάς τάς πολλάς

ευχαριστίας της και την εύαρέσκειαν δια τάς πολλάς και πολύτιμους υπηρεσίας

ας προσεφέρατε εις την σκληρώς ύπο τής τύχης δοκιμασθεϊσαν πατρίδα μας

κατά το τρίμηνον διάστημα τής ενταύθα διαμονής σας.

Ή ελευθερωθεϊσα πατρίς μας, αγαπητέ, ουδέποτε θα λησμονήση τον

προσφιλή αυτής Αιοικητήν, τοϋ οποίου ή προσωπική ικανότης, ή στρατιωτική

μόρφωσις και το άκαταπόνητον μετ’ αποφάσεως αναπότρεπτου δπως επιτυχή

ό άγων αντί πάσης θυσίας, συνετέλεσαν ώστε τα εθελοντικά Σώματα να συμπηχθοϋν εις στρατιωτικούς λόχους και διεξαχθή τοιουτοτρόπως κανονικωτέρα

ή περαιτέρω πορεία τοϋ αγώνος.

Ή ηρωική έπίθεσις τοϋ υπό τάς διαταγάς σας Συντάγματος τής 10ης

‘Οκτωβρίου ε.ε. εν ταϊς θέσεσι Μουζάκας­Τόσκεσι, κατά τών απαίσιων ‘Αλβανών, τών εχθρών τής πίστεως και τής πατρίδος και ή εντελής αυτών κατατρόπωσις, έσημείωσε νέαν χρυσήν σελίδα εις τήν Ήπειρωτικήν Ίστορίαν και

τήν νεωτέραν Ελληνική τοιαύτην τών ενδόξων τελευταίων ετών και εκράτησε

πολύ υψηλά το γόητρον τών ‘Ηπειρωτικών όπλων και τήν εθνικήν τιμήν κάί

ύπόληψιν, εφ’ ω και ή ‘Επιτροπή τής ‘Αμύνης εκφράζει προς ‘Υμάς κ. Ταγματάρχα, δια τοϋ παρόντος τήν εύγνωμοσύνην της καί παρακαλεί δπως δεχθήτε

το μικρόν τοϋτο ενθύμιον τής προς Υμάς οφειλομένης τιμής εκ μέρους τής

Πατρίδος.

Δέξασθε επί τούτοις παρακαλοϋμεν τήν διαβεβαίωσιν τής προς Υμάς

εξαίρετου ύπολήψεως και αγάπης.

Πρεμετή τη 20 ‘Οκτωβρίου 1914

Ό πρόεδρος Τα μέλη

(Τ. Σ.) Οικονόμος Σπ. Δημητριάδης Β. Σωτηριάδης

Κ. Μπίμπης

Κ. Παπαδόπουλος

Β. Άδαμίδης

Μηνάς ‘Αλεξίου Ιατρός

Άλλα και το Δημοτικον Συμβούλιον Πρεμετής απέστειλε προς τον

Μαντούβαλον το κατωτέρω ψήφισμα:

Θεόδωρον Μαντούβαλον

Δημοτικον Συμβούλων Πρεμετής, άναγνωρίζον ‘Υμάς δημιουργον δόξης και

μεγαλ.είον περιφερείας Πρεμετής, άνεκήρυξεν Υμάς εις ενδειξιν ευγνωμοσύνης

Αημότην Πρεμετής και ονομάζει φερώνυμον δδόν μίαν κεντρικωτεραν είς

διαιώνισιν ενδόξου ‘Υμών ονόματος.

Δήμαρχος ΈμΙν εφέντης. Δημοτικον Συμβούλιον: Β. Σωτηριάδης, Θωμάς Μιχαηλύδης, Κυριάκος Παπαδόπουλος, Ρέσος Μουρτεζά, Λουφτή Σουλεϋμάν.

Ή εξαιρετική αυτή τιμή αποτελεί εν επί πλέον παράσημον ανδρείας και

εκτιμήσεως. Και ό Θεόδωρος Μαντούβαλος ύπήρξεν άξιος της τιμής αυτής.

Θα κλείσω τήν άνακοίνωσίν μου με τήν άναφοράν είς τήν θυσίαν δύο

ηρωικών τέκνων της Μάνης, τα όποια έμειναν εις τό Βεράτι, όπως ό Κυριάκος Κουάκης εις τήν Μονήν τοΰ Τσέπου και ό Ίω. Κριάλης εις τό Κούτσι,

φύλακες των Ελληνικών δικαίων επί τής Βορείου ‘Ηπείρου και ή θυσία

των αποτελεί δεσμόν αίματος μεταξύ Βορείου Ηπείρου μετά τής Μάνης.

Πρόκειται δια τον εφεδρον λοχαγόν Ά ν τ ώ ν ι ο ν Λεοντακιανάκ ο ν εξ Άρεοπόλεως και τον εκ Γυθείου έξάδελφόν του Γεώργιον Σ τ ε φ αν ά κ ο ν.

Ό πρώτος, έφεδρος υπολοχαγός του Ελληνικού στρατού, κατετάγη

με τον βαθμόν του λοχαγού εις τον στρατόν τής Αυτονόμου Ηπείρου, έχων

μετ’ αυτού έθελοντήν τον άδελφόν του Παναγιώτην και τον έξάδελφόν του

όπλαρχηγόν Γεώργιον Στεφανάκον. Έτοποθετήθη υπαρχηγός τοΰ Σώματος

τής Κολωνίας με άρχηγόν τον Νικόλαον Τσίπουραν, έχοντα τήν εδραν του

εις Έρσέκαν. Αυτός διέμενεν εις τό χωρίον Παναρίτι, εις άλλας δε θέσεις

αϊ υπόλοιποι δυνάμεις τοΰ Σώματος, με διοικητήν προφυλακών τον ύπολοχαγόν καπετάν Φοβέραν.

Τήν εποχήν εκείνην αί Άλβανικαί δυνάμεις τοΰ τομέως αύτοΰ ένήργουν

διαρκώς επιθέσεις εναντίον τών Ελληνικών τμημάτων. Ένεκα τούτου, οί

έθελονταί, και κυρίως οί εκ τών περιοχών εκείνων καταγόμενοι, ευρισκόμενοι εις μεγάλην άγανάκτησιν, απεφάσισαν τήν 14 Σβρίου άνευ διαταγής

τοΰ αρχηγού τοΰ Σώματος, απουσιάζοντος έκ τής έδρας του, να προελάσουν

προς κατάληψιν τοΰ 30 χιλιομ. απέχοντος Βερατίου, άπειλοΰντες τους αξιωματικούς των ότι εν εναντία περιπτώσει θα έγκατέλιπον τον αγώνα.

Άνιχνευταί ύπό τον ύπολοχαγόν Φοβέραν, φθάσαντες προ τοΰ Βερατίου άνευ αντιστάσεως εισήλθον ενθουσιώδεις και κατέλαβον αυτό. Συγχρόνως ειδοποίησαν περί τοΰ γεγονότος τον ύπαρχηγόν Λεοντακιανάκον ήγούμενον του άκολουθούντος στρατιωτικού τμήματος εξ 169 ανδρών. Εΐσήλθον εις το Βεράτιον και πανηγυρικός ήκολούθησεν εορτασμός. Συγχρόνως ο Λεοντακιανάκος έγνωστοποίησε τήν κατάληψιν του Βερατίου προς τα υπόλοιπα τμήματα δια των έξης:

«Προς τα Σώματα Κολωνίας, Πρεμετής.

Βεράτιον κατελήφθη ύπο ημετέρων Κολωνίας από χθες εσπέρας. Παρακαλονμεν σπεύσατε αμέσως να μας ενισχύσητε με δλας δυνάμεις έχετε.

‘Αντώνιος Λεοντακιανάκος διοικητής σωμάτων Κολωνίας».

Παραλλήλως όμως εκ Δυρραχίου έκινήθη εναντίον του Λεοντακιανάκου

‘Αλβανική δύναμις 2.000 ανδρών ισχυρώς έξωπλισμένη ύπο τον Άλβανόν

συνταγματάρχην Μούσα Καζίμ έφένδην. Συγχρόνως ό υπολοχαγός καπετάν

Φοβέρας απέστειλε το κάτωθι τηλεγράφημα:

Έλληνικήν Κυβέρνησιν ‘Αθήνας

Σώμα Λεοντακιανάκου ­ Δρέλια κατέλαβε Βεράτιον. Παρακαλοϋμεν διατάξετε προέλασιν ετέρων Σωμάτων προς ενίσχυσιν καθ’ όσον, κατά τηλεγράφημα

εκ Δυρραχίου, Σώμα εκ δύο χιλιάδων μετά πυροβολικού και πολυβόλων

βαδίζει προς άνακατάληψιν Βερατίου. Δύναμις Σώματος καταλαβόντος Βεράτιον άνδρες εκατόν πεντήκοντα.

Καπετάν Φοβέρας υπολοχαγός)).

Συναφθείσης σκληρας και φονικωτάτης μάχης μετά του καταφθάσαντος

‘Αλβανικού Σώματος άπεδεκατίσθη τό Σώμα Λεοντακιανάκου, αυτός δε

και ο εξάδελφος του Γεώργιος Στεφανάκος συνελήφθησαν αιχμάλωτοι αγωνιζόμενοι λυσσωδώς μόνοι εντός του Βερατίου εναντίον πλήθους ‘Αλβανών.

Τήν 18ην Σεπτεμβρίου 1914 ώδηγήθησαν εις τον προ των φυλακών

του Βερατίου χώρον προς έκτέλεσιν. Πρώτος, καθήμενος, έτυφεκίσθη ό

Στεφανάκος. Μετά ταύτα διέταξαν τον Λεοντακιανάκον να λάβη τήν θέσιν εκείνου. Ψύχραιμος αυτός έσήκωσε τον νεκρόν έξάδελφόν του, τον ήσπάσθη, τον απέθεσε επί του εδάφους και έκάθισε καπνίζων, έχων τον ενα

πόδα επί του άλλου, ατάραχος, περιφρονών τον έπικείμενον θάνατον. Ό

συνταγματάρχης Μούσα Καζίμ, θαυμάσας τήν ψυχραιμίαν του, του είπε:

«Έάν φωνάξης ζήτω ή ‘Αλβανία, θα σου χαρίσω τήν ζωήν». ‘Αγέρωχος και

ώργισμένος ό ήρως τών ηρώων ô λεοντόκαρδος Λεοντακιανάκος, αντί να

δεχθή τό δέλεαρ, προετίμησε τον ενδοξον θάνατον και άπεκρίθη: «.’Εάν εκ

τούτου εξαρτάται ή ζωή μου, φωνάζω με δλην τήν δύναμίν μου ζήτω ή Ελλάς!». Βολή πολυβόλου εκ 30 σφαιρών δέν άπέκοψε τό νήμα της ζωής του

και βαρύτατα τραυματισμένος έζητωκραύγαζεν υπέρ της Ελλάδος, εως ότου

ή χαριστική βολή του Μούσα Καζίμ ώδήγησε τον Λεοντακιανάκον εις τήν

δια του θανάτου του άθανασίαν.· Οι ήρωες έτάφησαν ύπό τών Ελλήνων

Χριστιανών του Βερατίου παρά τήν θύραν τοϋ εκεί Ελληνικού σχολείου.

Το δράμα του Βερατίου συνετελέσθη, διότι οι έλευθερωταί του έμειναν

αβοήθητοι, και τούτο συνέβη δια τους έξης λόγους. Τότε εξερράγη έπανάστασις εις την Άλβανίαν και αί Μεγάλαι Δυνάμεις έζήτησαν άπό τήν Ελλάδα να καταλάβη τήν Βόρειον Ήπειρον και να έπιβάλη τήν τάξιν. Κατόπιν τούτου ή Ελληνική Κυβέρνησις, συμφωνήσασα και με τον Έσάτ Πασδν, διέταξε άπαντα τα Σώματα της Βορείου ‘Ηπείρου να παραμείνουν εις τάς θέσεις των, διότι θα προέλαση ό Ελληνικός στρατός δια να καταλάβη τήν Βόρειον “Ηπειρον. Τήν διαταγήν αυτήν δεν έλαβε τό προκεχωρημένον τμήμα του Λεοντακιανάκου και δι’ αυτό έκινήθη προς Βεράτιον, τήν ελαβον όμως τα υπόλοιπα Σώματα και δι’ αυτό δεν έκινήθησαν προς βοήθειαν

αύτοϋ, νομίζοντα ότι και εκείνος ήτο αποδέκτης. Και αυτός ό διοικητής

τομέως Πρεμετής ταγματάρχης Θεόδωρος Μαντούβαλος, ενώ ήτοιμάζετο να

σπεύση προς βοήθειαν του Λεοντακιανάκου, δεν έκινήθη, διότι έλαβε

κατεπείγον τηλεγράφημα, έχον ούτω :

«Θεόδωρον Μαντούβαλον.

‘Εγκαταλείψατε Βεράτιον, ύψιστα εθνικά συμφέροντα καταστρέφονται.

Γεώργιος Ζωγράφος. Δ. Δούλης».

Συγχρόνως ό ταγματάρχης Ν. Τσιπούρας έτηλεγράφει προς Θ. Μαντούβαλον: «Κύριε ταγματάρχα, ό κ. Λεοντακιανάκος, μη λαβών εγκαίρως διαταγήν ανακλήσεως, επροχώρησε και εισήλθεν εις Βεράτιον προχθές μετά 150

ανδρών. Έ ζήτησα επειγόντως διαταγάς εξ ‘Αργυροκάστρου. Ν. Τσιπούρας».

Περιωρίσθην εις τήν βραχείαν αυτήν εκθεσιν των αγώνων μερικών εκ

τών εις τήν Β. “Ηπειρον άγωνισθέντων έθελοντικώς Μανιατών αξιωματικών, διότι δεν είναι δυνατόν να κάμω όνομαστικόν προσκλητήριον τών

Μανιατών υπαξιωματικών και οπλιτών, οί όποιοι, άπό φλογερόν πατριωτισμόν όρμηθέντες, έπύκνωσαν τάς τάξεις τών συγκροτηθέντων πολεμικών

Σωμάτων και ήγωνίσθησαν νικηφόρως. Τούτο γίνεται εις είδικήν εκτενή

μελέτην μου επί τη βάσει ανεκδότων εγγράφων, εκθέσεων, ημερολογίων

τών αγωνιστών και άλλων γραπτών πηγών, και ή οποία ελπίζω να δημοσιευθή προσεχώς.

Ή ιστορική μνήμη διασώζει τα ονόματα όλων τών ηρωικών αυτών

εθελοντών και ό στέφανος της δάφνης καλύπτει τό μέτωπόν των. Τιμή ανήκει εις τους άγωνισθέντας υπέρ της Ελληνικής αυτής γωνίας. Τιμή και εις

τους ποτίσαντας μέ τό αίμα των τήν γην της. Άγήρως ή μνήμη των!

Αυτήν τήν μνήμην

οϋτ’ εύρώς

οϋθ’ ό πανδαμάτωρ αμαυρώσει χρόνος

Σημείωση: Η μετατροπή του αρχικού αρχείου δημιούργησε μικρές παρεκκλίσεις από την ορθή αναγραφή κάποιων γραμματικών συμβόλων, που όμως δεν εμποδίζουν την κατανόηση των αναγραφομένων