ΕΥΑΝΘΙΑ ΜΟΥΣΤΑΚΑ – ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

Η Ευανθία γεννήθηκε στον Νομιτσή της δυτικής Μάνης. Γονείς την ήταν ο Βασίλης και η Φωτεινή Μουστάκα. Παντρεύτηκε το Γιώργο Γιαννόπουλο και απέκτησαν μια θαυμάσια οικογένεια με τα δύο παιδιά τους τον Παναγιώτη και τη Φωτεινή καθώς και πολλά εγγόνια και δισέγγονα. Δίπλα στο σύζυγό της και την οικογένειά τους εκτός από την προσφορά της ως οικοδέσποινα δραστηριοποιήθηκε και ως συνεργάτιδα και συνοδοιπόρος στις οικογενειακές επαγγελματικές δραστηριότητες προσφέροντας εργασία και εισόδημα σε δεκάδες ανέργους. Σεμνή, φιλόξενη, γεμάτη με διάθεση προσφοράς, αγάπης και αλληλεγγύης, έδινε και από το υστέρημά της σ` αυτούς που είχαν ανάγκη.

Η καλοσύνη και ο καλός της λόγος ήταν θαυμαστά. Είχε αρετές που ο Θεός δίνει μόνο σ` αυτούς που τον αγαπάνε. Άνθρωπος της εκκλησίας, δεν παρέλειπε να συμμετέχει σε εκκλησιαστικές εορτές, ιδιαίτερα στον τόπο που μεγάλωσε, συνδέοντάς τες με την παιδική της ηλικία. Τα συνεχή ερωτήματα προς τους αρμόδιους για την αποπεράτωση του δρόμου Μηλιάς – Γιάτρισσας ήταν σταθερά και επαναλαμβάνονταν με μεγάλη συχνότητα.

Αν και πέρασε κατά καιρούς προβλήματα υγείας, τα ξεπερνούσε, συνεχίζοντας το φιλάνθρωπο και θεάρεστο έργο της συνεισφοράς προς τον «πλησίον».

Τη θεωρούσα δεύτερη μητέρα μου και εκείνη με είχε για γιό της. Ενδιαφερόταν να ενημερώνεται για τη γενέτειρά της, τον Νομιτσή και για τη Μάνη γενικότερα. Υπήρξε ένθερμη αναγνώστρια της ΜΑΝΙΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, προκειμένου μέσα από το περιεχόμενο κάθε φύλλου να διατηρεί επαφή με πρόσωπα και γεγονότα της περιοχής.

Ήταν πολιτικοποιημένο άτομο και με παρεμβάσεις της σε πολιτικά πρόσωπα τους υπενθύμιζε τις υποχρεώσεις τους προς την πατρίδα αλλά και ειδικότερα προς τη Μάνη ως ανταπόδοση της προσφοράς της στους απελευθερωτικούς αγώνες.

Έζησε περίπου έναν αιώνα και παρακολούθησε ευχάριστα και δυσάρεστα γεγονότα, που τα αντιμετώπιζε όλα με ψυχραιμία και καρτερικότητα. Ήταν, με λόγια  προσωπικότητα με Π κεφαλαίο, έκφραση αγάπης, καλοσύνης, ευγένειας και φιλανθρωπίας Η ζωή για την αιωνόβια Ευανθία έκλεισε με το θάνατό της, αλλά άνοιξε μια νέα «ένθα εστί των ευφραινομένων η κατοικία».

Θα τη θυμόμαστε και θα την μακαρίζουμε για να μην είμαστε όπως «οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα».

Αντώνης Ρουμανέας