ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝ. ΣΑΡΑΝΤΕΑΣ

Με τον Ανδρέα είμαστε συμμαθητές στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού μας, κατά τη δεκαετία του 1950 με δασκάλα μας τη Βιβή Πανώτη. Πρωτότοκος από τα πέντε παιδιά του βιοπαλαιστή Παναγιώτη Σαραντέα ή Κοπανίτσα, πήγε στη συνέχεια στο Γυμνάσιο στην Καρδαμύλη και συνέχισε στο Εσπερινό στην Καλαμάτα, βιοπαλεύοντας και αυτός για να το τελειώσει.

Η μετανάστευσή του στη Γερμανία αποτέλεσε το κυριότερο σταθμό της ζωής του. Όχι μόνο γιατί έμαθε πολλά και το σφιχτό γερμανικό τρόπο στα επαγγέλματα που εξάσκησε εκεί, αλλά κυρίως γιατί εκεί γνώρισε τη σύντροφο της ζωής του, τη Γερμανίδα Τερέζα, που στάθηκε δίπλα του, με αφοσίωση και δημιουργικότητα, σε όλες τις φάσεις της ζωής του που ακολούθησαν.

Χάρη σε πετυχημένες πρωτοβουλίες του πατέρα του εξασφάλισε την οικονομική αγορά ενός οικοπέδου σε εξαιρετική θέση, πάνω από τον όρμο της Καλόγριας, και εκεί επένδυσε, μετατρέποντας σε κατοικία, ταβέρνα τα πρώτα χρόνια και σε ενοικιαζόμενα δωμάτια,  τους κόπους του από τα χρόνια της ξενιτιάς. Παράλληλα έκανε αξιόπιστες εργασίες ελαιοχρωματισμών και εξαίρετες ταπετσαρίες, όταν δεν ασχολείτο με τη μικρή ελαιοκομική εκμετάλλευσή του που συνεχώς βελτίωνε και αξιοποιούσε.

Η κοινωνικότητά του τον οδήγησε να συμμετέχει σ` όλες τις κοινές δράσεις στην περιοχή μας. Ιδρυτικό μέλος και του Ελαιουργικού Συνεταιρισμού του χωριού μας, συμμετείχε στο πρώτο του διοικητικό συμβούλιο και στις πρωτοβουλίες που αναπτύχθηκαν,  κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970, και κατέληξαν στην κατασκευή ιδιόκτητου ελαιουργείου. Συμμετείχε επίσης στις διεργασίες για την ίδρυση και λειτουργία Λυκείου στην Καρδαμύλη κατά την επόμενη δεκαετία. Το ίδιο και στην ίδρυση Πολιτιστικού Συλλόγου στη Στούπα εκείνη την περίοδο. Μέλος της ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της, συμμετείχε σε όλες τις πρωτοβουλίες της στον τομέα της αυτοδιοίκησης, της ενημέρωσης και του πολιτισμού.

Έδινε το παρόν στις ετήσιες συναντήσεις των συμμαθητών στο δημοτικό σχολείο που, με πρωτοβουλία του Παναγιώτη Κυριάκου Γεωργέα, άρχισαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Επιτήδειος σε ακίνδυνα πειράγματα έδινε κάθε καλοκαίρι το δικό του χρώμα στην ομήγυρη των 10-15 παλιών συμμαθητών. Τότε ήταν που και εγώ διηγιόμουν γιατί τον θεωρούσα ευεργέτη μου: Στα μαθητικά μας χρόνια, ανέβαινε τα απογεύματα σε ένα ταρατσάκι του σπιτιού του και διάβαζε φωναχτά με τη σκληρότονη φωνή τα δευτερεύοντα μαθήματα της επόμενης μέρας. Μαζί μ` αυτόν τα μάθαινα και εγώ από το σπίτι μου χωρίς να ανοίγω το δικό μου βιβλίο! Τα τελευταία χρόνια με αρρώστιες να τον περιτριγυρίζουν απουσίαζε από τις συνάξεις μας. Όμως έστελνε χαιρετισμούς και κεράσματα με τον αδελφό του το Σταύρο, που επίσης συμμετείχε στην ομάδα μας.

Έτσι έφθασε γι` αυτόν η ώρα του μοιραίου και αναπότρεπτου τέλους. Την ημέρα της γιορτής του η Τερέζα με ενημέρωσε για τη νοσηλεία του στην Αθήνα. Ελπίζαμε ότι θα επικοινωνούσαμε με την επιστροφή του, αλλά ματαίως. Παρηγοριά του ότι είδε τα τρία του παιδιά μεγαλωμένα να ακολουθούν το δικό τους δρόμο, σε συνθήκες πολύ καλύτερες από εκείνες που ζήσαμε εμείς στην ηλικία τους. Και την πιστή του Τερέζα να παραμένει γι` αυτά με διπλή στοργή: της μάνας και του πατέρα.

Όσοι από την ομάδα των συμμαθητών συνεχίζομε θα τον θυμόμαστε και θα τον μνημονεύομε στην καθιερωμένη καλοκαιρινή μας σύναξη.

Νίκος Ευστρ. Μαραμπέας