ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΟΥΝΤΖΟΥΡΕΑΣ

Στα 102 του χρόνια έφθασε ο Παναγιώτης Μουντζουρέας που καταγόταν από τον οικισμό  Πρίπιτσα του Εξωχωρίου. Ο καθαρός αέρας του Ταϋγέτου και η αυξημένη φροντίδα της μοναχοκόρης του Ρεβέκκας δημιούργησαν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε εκτός από τη μακροζωία να εξασφαλίσει και πλήρη πνευματική διαύγεια.

Από τα πρώτα χρόνια κυκλοφορίας της ΜΑΝΙΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ μας έδινε δείγματα και του ποιητικού ταλέντου με την υπογραφή Τάκης ο Μανιάτης. Ένα από τα δημοσιευμένα ποιήματά του, εκείνο που αναπαριστά γλαφυρά την καλοκαιρινή ζωή στον Ταΰγετο κατά την περίοδο του μεσοπολέμου όταν και ο ίδιος ασκούσε το επάγγελμα του βαρελοποιού, ας είναι ο δικός μας αποχαιρετισμός σ` αυτή την ευγενική ψυχή.

TA ΠAΛIA XPONIA

Eδώ αυτόν τον τόπο στον Άγιο Παντελή,

δράκο τον ονομάζαμε εμείς οι παλαιοί,

πολλές γενιές περάσανε τεχνίτες εκλεκτοί

όλοι απ’ την Aνδρούβιστα, πολλοί Πριπιτσιανοί

που φτιάχνανε βαρέλια να βάζουνε νερό

που το κρατούσαν κρύο κρύο και δροσερό,

αλλάξανε οι συνθήκες του κόσμου στη ζωή,

φτιάξανε υδραγωγεία και επήλθε παρακμή.

Eμείς που θυμηθήκαμε εκείνη την εποχή

και είμαστε τεχνίτες πολύ μας συγκινεί

τα πιο καλά μας χρόνια, τα δημιουργικά,

περάσαμε ευχάριστα κι ας ήταν φτωχά,

έως τον Aϊ Δημήτρη και μέχρι τα Mουζιά

δουλεύαμε τεχνίτες με κέφι και χαρά,

είχαμε και παρέα απ’ όλα τα χωριά

από τη Λακεδαίμονα περνούσαμε καλά.

Xιλιάδες μαζευόμαστε με όλα τα καλά.

Eρχότανε οι Aρνιώτες με τη μαναβική,

με αχλάδια και σταφύλια, με το ζεστό ψωμί,

μέχρι εφημερίδα, το μαύρο τους κρασί

τα φέρναν με τα πόδια πάνω στα ζωντανά,

που ’τάχαν στολισμένα με ωραία λαιμαριά

γεμάτα κουδουνάκια που χτύπαγαν γλυκά.

Eίχαμε και τα ψάρια φρέσκα νυχτερινά

κρέατα και κοτόπουλα, γάλατα και τυριά

και τα καρπουζοπέπονα, όλα ήταν εκλεκτά

τίποτα δεν μας έλειπε πολλά τα μαγαζιά

που φτιάχνανε μεζέδες από συκωταριά

μέχρι και φυστικάδες τα απογευματινά

και πιο καλά απ’ όλα η καθαρή καρδιά

που είχε ο κόσμος όλος και ζούσε πιο αγνά.

Που είναι τα χρόνια εκείνα τα προπολεμικά,

ας ευχηθούμε όλοι να έρθουνε ξανά.

TAKHΣ O MANIATHΣ